’’Καλώς ήλθατε στην ιστοσελίδα του Ναού μας. ’’ ’’Σας ευχόμεθα μια καλή & ευλογημένη περιήγηση !!! ’’

† Κύριε, τ? χείλη μου ?νοίξεις, κα? τ? στόμα μου ?ναγγελε? τ?ν α?νεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

'' ΚΙΝΟΥΜΕΝΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ''

English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

ΜΟΥΣΙΚΗ

ΟΡΙΖΟΝΤΙΟ ΜΕΝΟΥ 1

Κυριακή 26 Απριλίου 2015

'' † ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ ''




 

Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα

(Μαρκ. ιε´ 43 - ιστ´ 8)
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθὼν ᾿Ιωσὴφ ὁ ἀπὸ ᾿Αριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. ῾Ο δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ ᾿Ιωσήφ. Καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου. ῾Η δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ᾿Ιωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται. Καὶ διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ ᾿Ιακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτὸν. Καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. Καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· Τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; Καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. Καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. ῾Ο δὲ λέγει αὐταῖς· Μὴ ἐκθαμβεῖσθε· ᾿Ιησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. ᾿Αλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. Καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ.
Απόδοση στη νεοελληνική: 

Εκεῖνο τὸν καιρό, ὁ ᾿Ιωσήφ, ἕνα ἀξιοσέβαστο μέλος τοῦ συνεδρίου, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν ᾿Αριμαθαία, καὶ περίμενε κι αὐτὸς τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τόλμησε νὰ πάει στὸν Πιλᾶτο καὶ νὰ τοῦ ζητήσει τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. ῾Ο Πιλᾶτος ἀπόρησε ποὺ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶχε κιόλας πεθάνει. Κάλεσε τὸν ἑκατόνταρχο καὶ τὸν ρώτησε ἂν εἶχε πεθάνει ἀπὸ ὥρα. ῞Οταν πῆρε τὴν ἀπάντηση ἀπὸ τὸν ἑκατόνταρχο, χάρισε τὸ σῶμα στὸν ᾿Ιωσήφ. ᾿Εκεῖνος ἀγόρασε ἕνα σεντόνι, κατέβασε τὸν ᾿Ιησοῦ, τὸν τύλιξε μ’ αὐτὸ καὶ τὸν τοποθέτησε σ’ ἕνα μνῆμα ποὺ ἦταν λαξεμένο σὲ βράχο· μετὰ κύλησε ἕνα λιθάρι κι ἔκλεισε τὴν εἴσοδο τοῦ μνήματος. ῾Η Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ ᾿Ιωσῆ παρακολουθοῦσαν ποῦ τὸν ἔβαλαν. ῞Οταν πέρασε τὸ Σάββατο, ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ ἡ Μαρία ἡ μητέρα τοῦ ᾿Ιακώβου, καὶ ἡ Σαλώμη, ἀγόρασαν ἀρώματα, γιὰ νὰ πᾶνε ν’ ἀλείψουν τὸ σῶμα τοῦ ᾿Ιησοῦ. ῏Ηρθαν στὸ μνῆμα πολὺ πρωὶ τὴν ἑπομένη τοῦ Σαββάτου, μόλις ἀνέτειλε ὁ ἥλιος. Κι ἔλεγαν μεταξύ τους· «Ποιὸς θὰ μᾶς κυλήσει τὴν πέτρα ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ μνήματος;» Γιατὶ ἦταν πάρα πολὺ μεγάλη. Μόλις ὅμως κοίταξαν πρὸς τὰ κεῖ, παρατήρησαν ὅτι ἡ πέτρα εἶχε κυλήσει ἀπὸ τὸν τόπο της. Μόλις μπῆκαν στὸ μνῆμα, εἶδαν ἕναν νεαρὸ μὲ λευκὴ στολὴ νὰ κάθεται στὰ δεξιά, καὶ τρόμαξαν. Αὐτὸς ὅμως τοὺς εἶπε· «Μὴν τρομάζετε. Ψάχνετε γιὰ τὸν ᾿Ιησοῦ ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ, τὸν σταυρωμένο. ᾿Αναστήθηκε. Δὲν εἶναι ἐδῶ. Νά καὶ τὸ μέρος ὅπου τὸν εἶχαν βάλει. Πηγαίνετε τώρα καὶ πεῖτε στοὺς μαθητές του καὶ στὸν Πέτρο· “πηγαίνει πρὶν ἀπὸ σᾶς στὴν Γαλιλαία καὶ σᾶς περιμένει· ἐκεῖ θὰ τὸν δεῖτε, ὅπως σᾶς τὸ εἶπε”». Οἱ γυναῖκες βγῆκαν κι ἔφυγαν ἀπὸ τὸ μνῆμα γεμάτες τρόμο καὶ δέος· δὲν εἶπαν ὅμως τίποτα σὲ κανέναν, γιατὶ ἦταν φοβισμένες.
 πηγή : http://theomitoros.blogspot.gr

Πέμπτη 23 Απριλίου 2015

'' † Ο Ἅγιος Μεγαλομάρτυρας και Τροπαιοφόρος Γεώργιος ''

Zoom in (real dimensions: 807 x 1118)Εικόνα    
Βίος Αγίου Γεωργίου του Μεγαλομάρτυρα και Τροπαιοφόρου
Ο Άγιος Γεώργιος ο Μεγαλομάρτυρας και Τροπαιοφόρος τιμάται στις 23 Απριλίου. Εάν όμως το Πάσχα πέφτει μετά τις 23 Απρίλη, τότε εορτάζεται την επόμενη μέρα του Πάσχα
(Δευτέρα της Δικαινησίμου).

Zoom in (real dimensions: 1000 x 1232)Τα πρώτα του χρόνια
Ο Άγιος μεγαλομάρτυς και τροπαιοφόρος Γεώργιος είναι ένα από τα πιο λαμπρά παλικάρια του Χριστού. Ο Άγιος Γεώργιος γεννήθηκε το 280 μ.Χ. και έζησε στα χρόνια του
αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Ο πατέρας του καταγότανε από την Καππαδοκία και υπηρετούσε σαν αξιωματούχος στην υπηρεσία του αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Η πατρίδα της
μητέρας του ήταν η Λύδδα της Παλαιστίνης. Ενώ ο Γεώργιος ήταν πολύ μικρός ακόμη, απέθανε ο πατέρας του. Τότε η μητέρα του ιόν πήγε στην ιδιαιτέρα της πατρίδα, την
Λύδδα. Εκεί ασχολήθηκε σοβαρά με την ανατροφή του παιδιού της. Του έμαθε τις μεγάλες και ακατάλυτες αλήθειες της Χριστιανικής Θρησκείας και του φώτισε την καρδιά και τον
νου με το φως των λόγων του Ευαγγελίου. Του φύτεψε μεγάλη και σταθερή αγάπη για τον Χριστό και την Χριστιανοσύνη. Καθημερινά τρεφότανε και μεγάλωνε με το μεγαλείο του
χριστιανικού αγώνος.

Γίνεται Χιλίαρχος
Πολύ νέος ο Γεώργιος ακολουθεί το στρατιωτικό στάδιο, σαν τον πατέρα του. Η εξυπνάδα του, η ευστροφία του, η δραστηριότητα και η πρωτοβουλία τον αναδείχνουν πολύ
γρήγορα. Το όνομά του γίνεται ξακουστό. Όλοι οι αξιωματούχοι μιλάνε γι’ αυτόν και τον θαυμάζουν. Η μια προαγωγή διαδέχεται την άλλη. Έγινε σε ηλικία μόλις 20 χρόνων
χιλίαρχος. Γι’ αυτό τον λένε και στρατηλάτη. Ποτέ όμως δεν ξέφυγε από τις χριστιανικές του αρχές. Είναι αφ’ ενός τίμιος αξιωματικός, αλλά και συνεπής Χριστιανός. Ο Γεώργιος
δεν παρασύρεται από τα μάταια του κόσμου τούτου. Μένει απλός, γλυκύς και καταδεκτικός. Βοηθάει τους αδυνάτους. Δίδει κουράγιο στους απελπισμένους και δείχνει στοργή
σε όλους.

Υπερασπίζεται την χριστιανική Πίστη
Ήρθαν όμως και δύσκολες μέρες για την Χριστιανοσύνη. Ο Διοκλητιανός γεμάτος μίσος, για τους οπαδούς του Ναζωραίου, κήρυξε άγριο διωγμό κατά των χριστιανών.
Έστειλε, λοιπόν, διαταγές, σ’ όλο το Ρωμαϊκό Κράτος, στις οποίες έλεγε να συλλαμβάνονται όλοι οι χριστιανοί. Και όσοι δεν θυσιάζουν στα είδωλα να θανατώνονται. Τότε ο
Γεώργιος δεν συμφώνησε. Τις διαταγές του αυτοκράτορα δεν τις εκτέλεσε στην Επαρχία του. Εν τω μεταξύ αναφορές πολλών αξιωματικών και ηγεμόνων προς τον αυτοκράτορα
Διοκλητιανό λέγανε, ότι η Ανατολή είχε μεγάλο κύμα χριστιανών. Βγάζει νέες εγκληματικές και φαρμακερές διαταγές. Τρόμος, φόβος και σφαγή συγκλονίζουν όλη την Ανατολή και
πιο πολύ την Νικομήδεια, όπου είχε την έδρα του ο αυτοκράτορας. Ο χιλίαρχος Γεώργιος δεν εκτελεί και πάλι τις διαταγές του αυτοκράτορα. Δεν συλλαμβάνει κανένα χριστιανό.
Και όχι μονάχα αυτό, αλλά αποφασίζει να συγκρουστεί με τον Διοκλητιανό. Πουλάει πρώτα την περιουσία του και την μοιράζει στους φτωχούς χριστιανούς.
Έπειτα, όταν μια μέρα ο Διοκλητιανός είχε συγκεντρώσει τους αξιωματούχους του και έδινε οδηγίες, για την εξολόθρευση των χριστιανών, ο Γεώργιος μπαίνει μέσα στην αίθουσα
των επισήμων με θάρρος και λέει στον Βασιλέα:
—Είναι φοβερό, βασιλεύ, αυτό που κάνει. Είναι έγκλημα! Χτυπάτε τους χριστιανούς με μανία, χωρίς να σας κάνουν κανένα κακό. Και όμως αυτοί μονάχα βρίσκονται κοντά στο
φως και στην αλήθεια. Παραδέξου το, βασιλεύ. Δεν χρειάζεται ηρωισμός. Εκείνοι μόνον ξέρουν και γιατί ζουν και γιατί πεθαίνουν. Εσείς ζείτε στο σκοτάδι και στο έγκλημα... Εγώ
νοιώθω ευτυχισμένος, από τότε που πίστεψα στο Χριστό...
Ο αυτοκράτορας έμεινε μ’ ανοιχτό το στόμα. Δεν περίμενε ποτέ να τ’ ακούσει αυτό από ένα διαλεχτό του αξιωματικό. Στην αρχή είπε στον πρωτοσύμβουλό του Μαγνέντιο να
μιλήσει αυτός. Ύστερα όμως ανέλαβε ο ίδιος ο αυτοκράτορας. Ο αυτοκράτορας προσπάθησε να συνετίσει τον Γεώργιο και τον παρότρυνε να αλλάξει μυαλό. Όμως ο Μάρτυρας
του απάντησε γενναία:
—Όχι, βασιλεύ, δεν αλλάξω μυαλό. Δεν θ’ αφήσω ποτέ την ευτυχία, για να γίνω δυστυχής. Δεν θα εγκαταλείψω το φως, για να βρω το σκοτάδι...

Zoom in (real dimensions: 477 x 640)Αρχίζουν τα βασανιστήρια
Πλημμυρισμένος από μίσος και παράλογη οργή τότε ο αυτοκράτορας, διέταξε να βασανίσουν σκληρά και απάνθρωπα τον Γεώργιο. Οι βασανιστές δεν χάσανε καιρό. Δέσανε
αμέσως τα χέρια του και τον έβαλαν να σταθεί όρθιος ατό προαύλιο του μεγάρου, εκεί που έκαναν τις συγκεντρώσεις τους οι αξιωματούχοι της αυτοκρατορίας. Έπειτα δόθηκε το
σύνθημα για ν’ αρχίσουν τα βασανιστήρια. Δεκάδες σουβλερά και φαρμακερά κοντάρια πετάξανε οι ακοντιστές κατ’ επάνω του, για να του κατατρυπήσουν το κορμί. Τα κοντάρια
όμως με τη δύναμη και την θέληση του Θεού λυγίσανε, σαν να ήταν φτιαγμένα από κερί. Αλλά από αυτά αλλάξανε δρόμο. Φύγανε μακριά από το τρυφερό κορμί του νεαρού
Γεωργίου!
Έπειτα πήρανε τον Γεώργιο, δεμένο πάντοτε πισθάγκωνα, και τον κατεβάσανε σε μια υγρή κι’ ανήλιαγη φυλακή. Τον κατεβάσανε βαθειά σ’ ένα υπόγειο σκοτεινό και βρωμερό.
Εκεί τον ξαπλώσανε με οργή και του δέσανε τα πόδια. Με απάνθρωπη σκληρότητα, του βάλανε κατόπιν μια μεγάλη πέτρα στο γυμνό στήθος του. Το βάρος της κοφτερής πέτρας
του έκοβε τις σάρκες του και δυσκόλευε φοβερά την αναπνοή. Και το κορμί του ήταν δεμένο σε ξύλινους πασσάλους και δεν μπορούσε με κανένα τρόπο να κινηθεί. Έμεινε έτσι
κάτω από τον πόνο όλη την νύχτα ο νεαρός στρατιώτης του Χριστού, Γεώργιος.

Στον φρικτό τροχό
Όταν ξημέρωσε, ο αυτοκράτορας διέταξε να τον βγάλουν από την φυλακή και να τον παρουσιάσουν μπροστά του. Ο Διοκλητιανός κοίταξε χαιρέκακα τον νεαρό αξιωματικό του,
που προτίμησε, από τα αξιώματα και τι δόξες τις προσωρινές, τον Χριστό. Τον ρώτησε έπειτα με αγωνία:
—Πες μου, Γεώργιε, άλλαξες μυαλό; Σκέφθηκες καλύτερα; Άρχισες να μετανοείς για την πρώτη απόφαση σου η επιμένεις ακόμη σ' αυτή;
—Όχι, βασιλεύ του απάντησε σταθερά. Παραμένω πιστός στον Χριστό. Και αν με ρωτάς, νομίζοντας πώς τα μικρά βασανιστήρια που μου έκανες με δειλιάσανε, σου απαντώ: Όχι!
Οσοδήποτε μαρτύρια και αν μου κάνεις, οσοδήποτε κι αν υποφέρω, μένω και θα μένω σταθερός στην πίστη μου...
Άγρια θύελλα απάνθρωπης οργής και σκοτεινός εγωισμός τάραξε τότε τα νεύρα του αυτοκράτορα. Σηκώθηκε αγριεμένος και τρέμοντας από θυμό φώναξε:
—Μη στέκεστε. Ετοιμάστε τον τροχό. Δέστε τον κι’ αρχίστε τις στροφές...
Οι στρατιώτες φοβισμένοι από τον έξαλλο τόνο της φωνής του Διοκλητιανού, φέρανε απέναντι τους τον τροχό του μαρτυρίου. Πάνω σ’ εκείνο τον τροχό στήσανε ένα τραπέζι με
κοφτερές λεπίδες και με άγκιστρα. Ήταν δε αυτά έτσι τοποθετημένα, ώστε καθώς φέρανε στροφή τον τροχό, πάνω στον οποίο ήταν δεμένος ο Γεώργιος, οι λεπίδες και τ’
άγκιστρα του κόβανε και του σχίζαν τις σάρκες. Τι τρομερό, τι σατανικό όργανο βασανισμού των Μαρτύρων! Ο Γεώργιος πονούσε και υπέφερε φοβερά. Οι πληγές που άνοιγαν
τον συνταράζανε. Εκείνος όμως συνεχώς προσευχόταν. Παρακαλούσε τον Θεό να του δώσει δύναμη να αγωνιστεί νικηφόρα. Στην αρχή η προσευχή ήταν ακουστή απ’ όλους.
Έπειτα γινότανε ψιθυριστή, διότι ο Άγιος σιγά - σιγά έχανε τις σωματικές του δυνάμεις. Ο Διοκλητιανός παρακολουθούσε με θηρωδία τον Άγιο στο βασανιστήριο και ειρωνευόταν
την ανδρεία του λέγοντας:
—Που είναι ο Θεός σου, Γεώργιε; Γιατί δεν έρχεται να σε βοηθήσει, αλλά σ’ αφήνει να τυραννιέσαι έτσι;
Έπειτα σηκώθηκε ο αιμοβόρος βασιλεύς και προχώρησε προς τον ναό του ψεύτικου Θεού Απόλλωνος να θυσιάσει στα είδωλα. Την ίδια στιγμή, κι’ ενώ ο Διοκλητιανός δεν είχε
φύγει μακριά από τον τόπο του μαρτυρίου του Αγίου, βαριά και μαύρα σύννεφα σκεπάσανε τον ουρανό. Αρχίσανε βροντές. Αστραπές αυλακώσανε τα σύννεφα. Έπειτα
ακούστηκε μία θεϊκή φωνή από τον ουρανό, που έλεγε:
—Γεώργιε, μη φοβάσαι. Είμαι μαζί σου. Σε παρακολουθώ που υπομένεις με πίστη και ανδρεία...
—Ακολούθησε για λίγο γαλήνια σιγή. Ξαφνικά διαλύθηκαν τα μαύρα σύννεφα. Ξαστέρωσε ο ουρανός και, ώ του θαύματος! Ο Γεώργιος βρέθηκε όρθιος, λυμένος από τον τροχό.
Άγγελος Κυρίου τον ελευθέρωσε από εκεί. Οι παρευρεθέντες κοντά στον τόπο του μαρτυρίου, μόλις είδανε το θαύμα αυτό, τα χάσανε. Πιστέψανε κι’ αυτοί στο Χριστό, που
έδειχνε τη δύναμη Του τόσο φανερά. Τον πήρανε έπειτα από το χέρι οι στρατιώτες και βασανιστές με σεβασμό και φόβο και τον παρουσίασαν μπροστά στον βασιλέα, κοντά στον
βωμό, που ήταν έτοιμος να θυσιάσει στα είδωλα. Μόλις εκείνος τον βλέπει ελευθερωμένο από τον τροχό εξαγριώνεται. Φωτιές πετούν τα μάτια του. Τα χείλη του τρέμουν. Είναι
έτοιμα να ξεράσουν βρισιές. Αλλά ο Γεώργιος τον προλαβαίνει και του λέγει:
—Με παρέδωσες στο θάνατο, βασιλεύ, αλλά ο Θεός, ο Βασιλεύς των ουρανών, μ’ ελευθέρωσε. Δεν είναι ψέματα. Αυτός είναι αληθινός Θεός. Προσκυνήστε Τον και σεις όλοι.
Πάψτε να γονατίζετε στα είδωλα.
Ο Διοκλητιανός έξαλλος φωνάζει:
—Πρωτολέοντα, Ανατόλιε γενναίοι μου χιλίαρχοι, διαλεχτοί αξιωματικοί μου, πιάστε τον. Δέστε τον... Τι με κοιτάζετε; Σας διατάζω. Είμαι ο αυτοκράτορας!...
Οι στρατηλάτες, όμως δεν υπακούν στη διαταγή του Διοκλητιανού. Και, όχι μονάχα αυτό, αλλά το θαύμα που είδανε προηγούμενος και η ουράνια φωνή, που άκουσαν, τους
κάνανε να πιστέψουν στον Θεό του Γεωργίου.
Εκεί, λοιπόν, που ο αυτοκράτορας περίμενε να εκτελέσουν οι στρατηλάτες την διαταγή του, τους είδε γεμάτος έκπληξη και απορία, να πετούν τους στρατιωτικούς ζωστήρες και
τα ξίφη τους στα πόδια του. Αυτό ήταν σημείο, πώς αρνιόνταν να ανήκουν πια στο στρατό του.
—Και μείς πιστεύουμε στο Χριστό, φωνάξανε με θάρρος.

Zoom in (real dimensions: 435 x 551)

Αίμα Μαρτύρων
—Θάνατος! Θάνατος! σάς περιμένει όλους, κραυγάζει τότε έξαλλος ο Διοκλητιανός. Δεν προλαβαίνει όμως να σκεφτεί και ν’ αποφασίσει πώς να τους θανατώσει, και την ίδια
στιγμή παρουσιάζονται μπροστά του στρατιώτες λαχανιασμένοι, που του λένε κι’ άλλα συνταρακτικά νέα:
—Βασιλεύ, του λέγουν, στους στρατιώτες γίνεται χαλασμός. Πολλοί αξιωματικοί και στρατιώτες αφήνουν τους θεούς σου και γίνονται χριστιανοί. Ακολουθούν τον Γεώργιο, διότι
άλλοι είδανε το θαύμα κι’ άλλοι άκουσαν γι’ αυτό...
—Να συλληφθούν αμέσως όλοι κραυγάζει, ο Διοκλητιανός. Να μου τους φέρετε όλους δεμένους. Θα τους πνίξω ατό αίμα...
Και πράγματι, η σφαγή που ακολούθησε ήταν φοβερή. Ο Ανατόλιος και ο Πρωτολέων αποκεφαλίστηκαν λίγο έξω από την πόλη. Και πολλοί άλλοι βρήκανε μαρτυρικό τέλος.
Μεταξύ αυτών ήταν ο Ευσέβιος, ο Λέων, ο Λεόντιος, ο Λόγγινος, ο Βίκτωρ, ο Ζωτικός, ο Ζήνων και ο Ακίνδυνος. Όλοι τους όμως αντιμετώπισαν τον θάνατο με ψυχραιμία και
γαλήνη. Πεθάναν λέγοντας προσευχές στο Χριστό.

Στον λάκκο με την άσβεστο
Ο Διοκλητιανός δεν ήξερε τι να κάνει. Δεν ήξερε πώς να εξοντώσει τους χριστιανούς, που πλήθαιναν καθημερινώς. Φοβότανε ακόμη τον Άγιο Γεώργιο. Όσο εκείνος ήταν!
ζωντανός, πολλοί χριστιανοί ακολουθούσαν το παράδειγμά του. Γι’ αυτό διέταξε να θανατωθεί. Πήρανε, λοιπόν, το άλλο πρωί τον Μεγαλομάρτυρα οι στρατιώτες του Διοκλητιανού
και τον πήγανε λίγο έξω από την πόλη. Εκεί ήταν ένας τεράστιος λάκκος με ασβέστη. Είχανε ρίξει μέσα στο λάκκο αυτό άφθονο νερό και η άσβεστος κόχλαζε. Μέσα στο λάκκο
εκείνο πετάξανε οι ειδωλολάτρες στρατιώτες τον Άγιο και τον αφήσανε επί τρεις μέρες και νύχτες. Την τρίτη μέρα διέταξε ο αυτοκράτορας να σκάψουν στο λάκκο και να βρούνε ότι
απόμεινε από το κορμί του Αγίου. Διέταξε ακόμη να εξαφανίσουν τα υπολείμματα από το σώμα του, για να μη τα βρούνε οι χριστιανοί. Γιατί μ’ αυτά θα θέριευε πιο πολύ η πίστης
τους. Στρατιώτες, λοιπόν, πολλοί και πλήθος κόσμου βγήκανε την τρίτη μέρα έξω από την πόλη, για να δούνε το σώμα του Αγίου και να εκτελέσουν την διαταγή του αυτοκράτορα.
Κοιτάξανε όλοι τους με απορία τους στρατιώτες, που άρχισαν να σκάβουνε στο μέρος, που είχανε πετάξει τον Μεγαλομάρτυρα. Ξαφνικά βλέπουνε τον Άγιο να βγαίνει από το
λάκκο σώος κι’ αβλαβής. Η φοβερή φωτιά της ασβέστου, με την δύναμη του Θεού, δεν τον είχε πειράξει καθόλου. Όλοι τότε τα χάσανε. Το θαύμα είναι ολοφάνερο! Πολλοί
φωνάζανε:
—Ο Θεός του Γεωργίου είναι αληθινός! Είναι θαυματουργός!
Τον παρουσιάζουν έπειτα στον αυτοκράτορα και του λένε τα καθέκαστα. Τότε ο αυτοκράτορας αποκρίνεται στον Μεγαλομάρτυρα:
—Πες μου, Γεώργιε, που έμαθες την τέχνη της μαγείας; Φανέρωσε μας την τέχνη σου και πάψε να μας λες, πώς τάχα είσαι χριστιανός και θαυματουργεί ο Θεός σου...
—Εγώ, βασιλεύ, είπε ο Άγιος, νόμιζα, ότι αυτό το θαύμα του Χριστού, με το οποίο σώθηκα από το καμίνι της ασβέστου, θα σ’ έκανε να δεις την αλήθεια. Δυστυχώς όμως είσαι
δεμένος στο σκοτάδι της ειδωλολατρίας και ονομάζεις έργα μαγείας τα ολοφάνερα και εξαίσια θαύματα του Χριστού.

Τα πυρακτωμένα υποδήματα
Ο Διοκλητιανός όμως ούτε ακούει, ούτε βλέπει, ούτε συγκινείται από αυτά. Είναι ένας πωρωμένος χριστιανομάχος. Αντί λοιπόν άλλης συζητήσεως με τον Άγιο, τον βάζει σε νέο
φρικτό μαρτύριο. Διατάζει να του φορέσουνε σιδερένια υποδήματα, αφού πρώτα τα βάλουνε στη φωτιά και καούνε, μέχρις ότου κοκκινίσει το μέταλλο. Τα παπούτσια εκείνα είχανε
μέσα και καρφιά όρθια. Μόλις, λοιπόν, κοκκίνισαν τα μετάλλινα παπούτσια, οι βασανιστές του τα φέρανε μπροστά να τα φορέσει. Εκείνος έκανε τον Σταυρό του και
προσευχόμενος τα φόρεσε. Οι ειδωλολάτρες τον σπρώχνανε και του φωνάζανε να τρέχει, ενώ ο αυτοκράτορας γελούσε και κάγχαζε. Το μαρτύριο αυτό κράτησε πολύ. Αλλά τον
Άγιο τον φύλαξε ο Θεός. Έπειτα, με φορεμένα αυτά τα φοβερά υποδήματα, τον κλείσανε σ' ένα υγρό κι’ απαίσιο κελί. Εκεί έμεινε όλη την νύχτα και προσευχότανε:
—Κύριε, έλεγε, βοήθησέ με. Τώρα, που οι πόνοι μου με σπαράζουνε, τώρα που ταράζονται οι σάρκες και τα κόκαλα μου και οι εχθροί μου πληθύνονται, έχω πιο πολύ την
ανάγκη της βοηθείας Σου... Έλεγε ψαλμούς από το ψαλτήρι της Εκκλησίας, που τους ήξερε απ’ έξω.
Όταν ξημέρωσε είδε μ’ έκπληξη, ότι δεν υπήρχε καμιά πληγή στα πόδια του. Εν τω μεταξύ ο βασιλεύς, που νόμιζε, ότι ύστερα από αυτό το μαρτύριο, που πέρασε ο Άγιος, δεν
θα μπορούσε διόλου να βαδίζει, διέταξε να τον φέρουνε μπροστά του, έστω και φορτωμένο στους ώμους των στρατιωτών. Όταν όμως τον βλέπει να βαδίζει κανονικά, σαν να μη
είχε συμβεί τίποτε, γεμάτος απορία και κακία τον ρωτάει:
—Έμεινες, λοιπόν, ευχαριστημένος από τα υποδήματα; Σου κάνανε καλό; Σού φέρανε χαρά;
—Ναι βασιλεύ! Είπε ο Άγιος.
—Άφησε, Γεώργιε, την μαγική σου τέχνη. Πάψε να ξεγελάς τον εαυτό σου και τους άλλους με αυτές τις ανοησίες.
—Ανόητος είσαι συ, βασιλεύ! Είπε τότε ο Μεγαλομάρτυς στον Διοκλητιανό. Και συνέχισε:
—Σου μιλάω έτσι, διότι βλέπω, ότι ονομάζεις την δύναμη του Θεού μαγική τέχνη.

Zoom in (real dimensions: 600 x 859)Ραβδίζεται φοβερά
Ταράζεται τότε από οργή ο αυτοκράτορας. Πρώτη φορά βλέπει ένα αξιωματούχο του να τον κρίνει τόσο αυστηρά. Για να ικανοποιήσει τον βάρβαρο εγωισμό του, διατάζει
ουρλιάζοντας να μαστιγώσουν ανελέητα τον Μεγαλομάρτυρα. Το μαρτύριο των ραβδισμών είναι φοβερό. Οι βασανιστές κτυπούν τον αθλητή του Χριστού, χωρίς λύπη. Κρατούνε
στα χέρια τους νεύρα βοδιών (βούνευρα) και μ’ αυτό οργώνουν το νεανικό κορμί του Αγίου. Ο ένας σταματάει, ο άλλος αρχίζει... Ανοίγουν πληγές στη ράχη και στην κοιλιά του
μάρτυρος. Το στήθος του γίνεται κόκκινο από το αίμα. Οι πόνοι είναι μεγάλοι κι’ αβάσταχτοι. Αλλά η αγάπη για τον Χριστό είναι μεγαλύτερη.. Κι’ έτσι ο Άγιος υποφέρει γι’ αυτόν τα
πάντα. Και πάνω στην φρίκη των πόνων όλοι έβλεπαν στο πρόσωπο του Αγίου ένα γλυκό φως, μια λάμψη παράξενη, μια ευτυχία, που κανείς δεν μπορούσε να τα εξηγήσει.
Μόνο ο Διοκλητιανός ο ξεροκέφαλος και πιο αιμοδιψής τύραννος συνέχιζε να λέγει, ότι ο Γεώργιος τα κάνει όλα αυτά με την δύναμη της μαγικής τέχνης.

Ο μάγος Αθανάσιος
Τότε ο επίτροπος, ο πρωτοσύμβουλος του αυτοκράτορα, ο οποίος ονομαζότανε Μαγνέντιος, του είπε:
—Μη στεναχωρείσαι, βασιλεύ. Στην πόλη μας βρίσκεται ο μεγαλύτερος μάγος της αυτοκρατορίας σου. Είναι ο μεγάλος μάγος Αθανάσιος. Αυτός ξέρει όλη την μαγική τέχνη. Να
τον καλέσεις, λοιπόν, κι’ αυτός αμέσως θα νικήσει την τέχνη του Γεωργίου. Καλέσανε τότε τον μεγάλο μάγο Αθανάσιο στ’ ανάκτορα του Διοκλητιανού. Ο αυτοκράτορας είπε τότε
στον μάγο την περίπτωση του Μεγαλομάρτυρα και κατέληξε με τούτα τα λόγια:
—Ο Γεώργιος με την τέχνη του, μας έκανε τέρατα και σημεία, όπως ξέρεις και όπως - όπως όλοι το ξέρουν. Τώρα το πώς τα έκανε όλα αυτά, μονάχα εάν μπορείς να γνωρίζεις
και οι μάγοι που είναι, σαν κι’ εσένα. Με μαγείες, λοιπόν, και συ, σε παρακαλώ, να τον κάνεις να γονατίσει στις διαταγές μου ή διαφορετικά να προετοιμάσεις κανένα δηλητήριο,
ώστε να θανατωθεί μ' αυτό...
—Αύριο, βασιλεύ, θα μπορώ να σου δείξω την δύναμη μου, είπε ο μάγος. Κάνε μόνον υπομονή για τη νύχτα...
Ο μάγος, λοιπόν, έφυγε για το μαγικό του εργαστήριο, ενώ ο Άγιος κλείστηκε στη φυλακή, όπου φρουρούσαν διπλοφρουροί. Την άλλη μέρα, σχεδόν ξημερώματα, έφτασε ο
μάγος στο αυτοκρατορικό παλάτι, φέρνοντας μαζί του δυο πήλινα αγγεία γεμάτα δηλητήριο. Όταν συνάντησε στο προαύλιο τον βασιλέα, του είπε εγωιστικά:
—Διάταξε, Βασιλεύ, να φέρουν εδώ μπροστά σου τον κατάδικο Γεώργιο και θα δεις την δύναμη των μεγάλων θεών. Όπως βλέπεις, Βασιλεύ, έχω εδώ δύο πήλινα αγγεία. Στο
ένα έχω τέτοιο μαγικό δηλητήριο, που μόλις το πιει θα χάση τα λογικά του και χωρίς καμιά αντίρρηση θα εκτελεί τις διαταγές σου. Στο άλλο δοχείο, που κρατώ στο δεξί μου χέρι,
έχω δηλητήριο θανάτου. Μόλις πιει απ’ αυτό θα πεθάνει.
Ο Διοκλητιανός δεν χάνει καιρό. Διατάζει και φέρουν μπροστά του τον Άγιο αμέσως.
—Τώρα -του λέγει ο αυτοκράτορας- δεν θα πιάνουν πια τα μάγια σου, Γεώργιε!
Ο γενναίος μάρτυρας μένει αμίλητος. Τότε ο Διοκλητιανός κάνει νόημα στο μάγο να δώσει στον Γεώργιο από το φάρμακο, που χάνονται τα λογικά και συγχρόνως διατάζει τον Άγιο
να το πιει. Εκείνος προσεύχεται και το πίνει με θάρρος.
Περιμένει ο αυτοκράτορας. Δεν παθαίνει όμως τίποτε ο Γεώργιος. Πλημμυρίζει από αγωνία ο αυτοκράτορας. Τον πνίγει ο εγωισμός. Τυφλωμένος τώρα από την κακία του,
διατάζει τον μάγο Αθανάσιο να δώσει στον Άγιο και το άλλο φάρμακο, το δηλητήριο του θανάτου. Το πίνει κι’ αυτό ο Μεγαλομάρτυρας, χωρίς να πάθη και πάλιν τίποτε. Περνάει
αρκετή ώρα σιγής.
Ο μάγος Αθανάσιος, που ήξερε την δύναμη των δηλητηρίων του τα χάνει. Δεν ξέρει ποια δύναμη προστατεύει τον Γεώργιο. Το πλήθος, που βλέπει τα όσα συμβαίνουν, μένει
κατάπληκτο. Και ξαφνικά ο αυτοκράτορας ξεσπάει μ’ αυτά τα λόγια:
—Οι τέχνες σου οι μαγικές, Γεώργιε, μας σαλεύουν τα μυαλά. Πες μας, λοιπόν, μέχρι πότε θα μας βασανίζεις; Μέχρι πότε θα μας κρύβεις την αλήθεια;
—Καταλαβαίνω την απορία σου, βασιλεύ, είπε ο Γεώργιος. Αλλά δεν θα σου κρύψω την αλήθεια. Σου λέγω, λοιπόν και πάλι, ότι δεν με προστατεύει η μαγική τέχνη, όπως εσύ
λες, αλλά η δύναμης του Χριστού, του Θεού μου, τον Οποίον εγώ πιστεύω. Ο Θεός των χριστιανών είναι Θεός ζωής και αναστάσεως... Είναι Θεός θαυμάτων. Αρκεί να υπάρχει
η πίστης.

Zoom in (real dimensions: 807 x 1118)Ο Άγιος ανασταίνει νεκρό
Έγινε έπειτα μεγάλη συζήτησις, για την ανάσταση των νεκρών. Ο μάγος Αθανάσιος, όταν άκουσε για αναστάσεις, γέλασε ειρωνικά και είπε:
—Εμείς, βασιλεύ, χρόνια ολόκληρα ασχολούμεθα με την μαγική τέχνη, αλλά αναστάσεις νεκρών δεν μπορούμε να κάνουμε. Αν, λοιπόν, τώρα αυτός εδώ ο Χριστιανός μπορέσει
ν’ αναστήσει νεκρό, τότε δεν μπορώ, παρά να ειπώ, ότι μεγάλο Θεό πιστεύει και προσκυνάει... Την ίδια στιγμή πετάχτηκε ο πρωτοσύμβουλος του Βασιλέως Μαγνέντιος και είπε,
γελώντας ειρωνικά:
—Γεώργιε, αν θέλεις να πιστέψουμε στην θρησκεία σου, ανάστησε ένα από τους νεκρούς αυτούς χριστιανούς, που είναι εδώ κοντά και που τιμωρήθηκαν οι ανόητοι με θάνατο,
για την πίστη τους...
Ο Άγιος δέχτηκε την πρόσκληση των άπιστων, δια να πιστέψει ο λαός και δοξαστεί ο Χριστός. Προχωρεί λοιπόν προς τα λείψανα των μαρτύρων και συγχρόνως προσεύχεται
θερμά, φλογερά κι’ ολόψυχα. Μόλις φθάνει κοντά στ’ άταφα σώματα, γονατίζει και υψώνει τα μάτια του στον ουρανό. Δάκρυα τρέχουν από τα μάτια του. Είναι η πιο μεγάλη στιγμή
σ’ ένα μεγάλο αίτημα του προς τον Χριστό: Ο Άγιος ζητεί να επιστραφεί η ψυχή ενός νεκρού, για να ντροπιαστεί έτσι η ειδωλολατρία και να θριαμβεύσει η πίστης στο Χριστό.
Η προσευχή τελειώνει. Ο Άγιος σηκώνεται και με φωνή σταθερή μιλάει σ’ έναν από τους νεκρούς έτσι:
—Εις το όνομα του Χριστού αναστήσου! Πάρε ζωή και σήκω!
Και τότε όλοι μένουν βουβοί και ξεροί... Πράγματι! Ο νεκρός υπακούει και σηκώνεται. Επικρατεί σιγή για λίγο. Πολλοί σπάνε τον πάγο του τρόμου, φωνάζοντας:
—Είναι Αληθινός ο Θεός των χριστιανών!
Ο Διοκλητιανός κλείνει τα μάτια του μπροστά σ’ αυτό το μεγαλείο και συνεχίζει να λέγει, ότι όλα είναι μαγείες.
Ο μάγος όμως Αθανάσιος καταλαβαίνει, ότι θεία δύναμης κρύβεται πίσω από τον Άγιο. Δεν ακούει, ούτε τα λόγια του αυτοκράτορα, ούτε του Μαγνεντίου. Τρέχει και πέφτει στα
πόδια του Γεωργίου, λέγοντας:
—Αληθινός είναι ο Θεός σου, Γεώργιε! Συγχώρεσε με, για ότι σου έφταιξα. Πιστεύω και εγώ εις τον Θεό των Χριστιανών...

Θάνατος! Θάνατος!
Ο Διοκλητιανός σαστίζει. Μένει για λίγο βουβός κι’ αμίλητος. Τα χάνει. Δεν ξέρει τί να κάνει. Έπειτα όμως διατάζει να σιωπήσουν όλοι και όταν απλώθηκε νεκρική σιγή, φώναξε
δυνατά στο πλήθος:
—Ο καταραμένος ο Αθανάσιος είναι μάγος και όπως καταλαβαίνετε, μας ξεγέλασε όλους. Δεν του έδωσε δηλητήρια, αλλά δυναμωτικά φάρμακα. Ψέματα είναι όλα. Όλοι θέλουνε
να καταστρέψουν το βασίλειο μου. Ζηλεύουν την δόξα μου... Ψέματα ήταν και η ανάστασης του νεκρού! Δεν πιστεύω τίποτε. Παντού γύρω μου βρίσκονται μάγοι και απατεώνες...
Εγώ όμως δεν θα σταυρώσω τα χέρια. Δεν θα τους αφήσω να με ξεγελούν. Αυτή τη στιγμή κιόλας παίρνω την μεγάλη απόφαση...
Θάνατος στους χριστιανούς! Θάνατος στον αναστημένο! Θάνατος στον μάγο Αθανάσιο! Θέλω αίμα. Διψώ για αίμα χριστιανών... Σαν άγριος σίφουνας ορμήσανε έπειτα οι
στρατιώτες του Διοκλητιανού μέσα στο πλήθος. Αρπάξανε σαν ανήμερα θηρία τον μάγο Αθανάσιο και τον αναστημένο νεκρό και τους σκοτώσανε. Και έτσι αυτός ο καλότυχος
έγινε δυο φορές μάρτυρας. Έπειτα σύρανε βάρβαρα τον Μεγαλομάρτυρα στην φυλακή και τον δέσανε εκεί σ’ ένα σκοτεινό θάλαμο.

Zoom in (real dimensions: 600 x 377)Τα θαύματα συνεχίζονται
Τα θαύματα όμως του αγίου είχαν γίνει γνωστά απ’ όλους και από παντού πολλοί χριστιανοί τρέχανε στη φυλακή. Παρακαλούσαν τους δεσμοφύλακες, τους φιλοδωρούσαν και
κατόρθωναν έτσι να δούνε το φωτεινό πρόσωπο του Μάρτυρος. Πολλοί άρρωστοι βρίσκανε την θεραπεία τους, καθώς γονάτιζαν στα πόδια του Αγίου.
Μια μέρα κατόρθωσε να μπει στο κελί του Γεωργίου ένας φτωχός γεωργός, ονόματι Γλυκέριος. Λυπημένος έπεσε στα πόδια του Αγίου και άρχισε να κλαίει, λέγοντας!
—Άνθρωπε του Θεού, βοήθησε με. Είμαι φτωχός. Άκουσε τον πόνο μου. Εκεί, καθώς όργωνα την γη με τα βόδια μου, ένα από τα βόδια μου ψόφησε. Σε παρακαλώ, Άγιε, κάνε
ζωντανό το βόδι μου να μη πεθάνει η οικογένεια μου από την πείνα. Θα σ’ ευγνωμονώ κι’ εγώ και τα παιδιά μου...
Ο Γεώργιος άκουσε με στοργή και συγκίνηση τα λόγια του γεωργού. Κατάλαβε τον πόνο του και του είπε με γλυκό χαμόγελο:
—Πήγαινε στο χωράφι σου, Γλυκέριε και θα βρεις το βόδι σου ζωντανό!
Έτρεξε τότε χαρούμενος ο γεωργός στο χωράφι του και είδε το βόδι του ζωντανό, όπως του είχε είπε ο Άγιος. Δεν συνέχισε όμως το όργωμα του χωραφιού, αλλά γύρισε πάλι
στην φυλακή. Ευχαρίστησε τον Γεώργιο και φώναξε από ευγνωμοσύνη προς τον Θεό:
—Αλήθεια! Μεγάλος και δυνατός Θεός είναι ο Θεός των χριστιανών...
Δεν πρόλαβε όμως να συνέχιση τον ύμνο της ευγνωμοσύνης του, γιατί αμέσως τον άρπαξαν οι ειδωλολάτρες αξιωματικοί και τον οδήγησαν μπροστά στον αυτοκράτορα
Διοκλητιανό, κατηγορούμενο για την χριστιανική πίστη του. Ο θηριόψυχος αυτοκράτορας μόλις άκουσαν, ότι ο Γλυκέριος είναι οπαδός του χριστιανισμού δεν ρωτάει τίποτε άλλο,
αλλά διατάζει αμέσως να αποκεφαλιστεί.
Εν τω μεταξύ κάποιος από τους αξιωματούχους του βασιλέως, παρουσιάζεται στον Διοκλητιανό και του λέγει, ότι πολλοί χριστιανοί κατορθώνουν και επισκέπτονται τον Άγιο.
Του λέγει ακόμη, ότι, αν και φυλακισμένος ο Γεώργιος, κατορθώνει να παίρνει με το μέρος του πολλούς ειδωλολάτρες και να δίνει θάρρος στους χριστιανούς. Βγάζει τότε πιο
αυστηρές διαταγές ο Διοκλητιανός. Απομονώνει εντελώς τον Άγιο. Τον οδηγεί σε βαθύτερο, υγρότερο και σκοτεινότερο κελί της φυλακής. Βάζει τριπλούς και τετραπλούς
σκοπούς και φύλακες στις πόρτες. Έπειτα καλεί τον πρωτοσύμβουλό του Μαγνέντιο και του λέγει:
—Μαγνέντιε, πρέπει να πάρουμε μια απόφαση για τον Γεώργιο. Εσύ τι γνώμη έχεις;
—Συμφωνώ, βασιλεύ. Πρέπει να δώσουμε τέλος σ’ αυτήν την ιστορία. Αύριο πρέπει να κάνουμε την τελική ανάκριση.

Το θεϊκό όνειρο
Την νύχτα εκείνη ο Άγιος προσευχόταν στην φυλακή συνεχώς. Αργά τα μεσάνυχτα, από την πείνα, τα μαρτύρια και την εξάντληση, αποκοιμήθηκε. Τότε βλέπει στον ύπνο του την
μορφή του Χριστού. Τον είδε να σκύβει, να τον φιλάει και να του βάζει στεφάνι στο κεφάλι του, λέγοντας:
—Γεώργιε, μη φοβάσαι. Προχώρα με θάρρος. Η ώρα της αιωνίας χαράς σου πλησιάζει. Από σήμερα αξιώθηκες να βασιλεύσεις κοντά μου. Δεν θα αργήσεις. Θα έλθεις γρήγορα
κοντά μου. Όλα τα αγαθά είναι έτοιμα για σένα. Σε περιμένω...
Όταν ξύπνησε ο Άγιος κατάλαβε, ότι εκείνο το όνειρο ήταν θεϊκό. Ειδοποίησε, λοιπόν, τον υπηρέτη του και του είπε συγκεκριμένα, ότι το τέλος του πλησιάζει. Τον παρακάλεσε
δε να φροντίσει, για το σώμα του. Του είπε να το μεταφέρει στην Παλαιστίνη, στη Λύδδα, στην πατρίδα της μητέρας του.

Zoom in (real dimensions: 322 x 554)Συντρίβει τα είδωλα
Όταν ξημέρωσε, ο Διοκλητιανός διέταξε να φέρουν μπροστά του τον νεαρό Μάρτυρα. Οι δεσμοφύλακες τον οδήγησαν φρουρούμενο στ’ ανάκτορα. Εκεί μόλις τον αντίκρισε ο
Διοκλητινανός και αλλάζοντας τακτική, άρχισε να του λέει:
— Βλέπεις, Γεώργιε, πόση μεγαλοψυχία έχω. Επειδή σ’ αγαπώ και σ’ εκτιμώ, επειδή αναγνωρίζω πώς είσαι ένας γενναίος και καλός αξιωματικός, δεν σε θανατώνω, όπως
ταιριάζει στους χριστιανούς, αλλά περιμένω να μετανοήσεις. Σου λέγω και πάλιν: Είσαι γενναίος, Γεώργιε, και πρέπει να ζήσεις, για το καλό της αυτοκρατορίας μου. Μα τους
θεούς, σου λέγω, ότι είμαι έτοιμος να μοιρασθώ μαζί σου και την βασιλεία μου, την απέραντη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αλλά θυσίασε πρώτα στους θεούς! Κάνε μου τη χάρη.
Ο Άγιος τον κοίταξε σκεπτικός κι’ αμίλητος. Τότε ο αυτοκράτορας νόμισε, πώς άρχιζε να τον καταφέρνει και τον ρώτησε με αγωνία:
—Πες μου, λοιπόν, Γεώργιε, πες μου, παιδί μου, τί σκέφτεσαι;
—Σκέφτομαι, βασιλεύ, πώς θα ήταν καλύτερα να μπούμε στο ναό σας, για να δω πρώτα τα είδωλα σας κι’ έπειτα να σου απαντήσω.
Γεμάτος από χαρά και ελπίδα προχώρησε ο αυτοκράτορας, μαζί με τους άρχοντες και τον κατάδικο Γεώργιο στο ναό του Απόλλωνος,. Όλοι προσμένανε μ’ αγωνία να δούνε,
τι θα έκανε ο Άγιος. Ξαφνικά τον βλέπουνε να τεντώνει το δεξί του χέρι προς το άγαλμα του Απόλλωνος και να λέγει:
—Είναι, ποτέ, δυνατόν να θυσιάσω εγώ ο Χριστιανός σ' εσένα, άψυχο είδωλο;
Έπειτα ο Μάρτυς έκανε το Σταυρό του. Τότε το πνεύμα, που κατοικούσε στο είδωλο του Απόλλωνα, ταράχθηκε από την παρουσία του Αγίου και έβγαλε δυνατή φωνή λέγοντας:
—Δεν είμαι εγώ θεός! Κανένα είδωλο δεν είναι θεός. Μόνον Εκείνος, που κηρύττεις εσύ, είναι Θεός Αληθινός. Εμείς όλοι, που κρυβόμαστε στα είδωλα, είμαστε πονηρά
πνεύματα. Κοροϊδεύουμε τους ανθρώπους...
—Γιατί, λοιπόν, εξακολουθείτε να μένετε εδώ, ενώ παρευρίσκομαι κι εγώ που είμαι δούλος του Θεού; ρώτησε ο Άγιος.
Ακούστηκε τότε κρότος και θόρυβος φοβερός. Έγινε τρομακτική σύγχυση. Ακούστηκαν φωνές, κλάματα και βοητό. Έγινε κάτι τρομακτικό. Ο ναός των ειδώλων σείστηκε συθέμελα
και τα αγάλματα όλα πέσανε καταγής και γίνανε συντρίμμια. Απελπισία κι αγανάκτηση πλημμύρισε τότε τις καρδιές του βασιλιά και των αρχόντων. Μερικοί μάλιστα ιερείς των
ειδώλων επιτέθηκαν κατά του Αγίου με αγριότητα. Έβλεπαν οι ανόητοι τους θεούς τους να είναι σκόρπια κομμάτια στη γη και δεν ξέρανε τι να κάνουν. Πάνω στο κακό και στην
οργή τους φωνάζανε:
—Σκοτώστε αυτόν τον πλάνο, προτού μας γκρεμίσει το ναό. Ακούστηκαν τότε κραυγές και βρισιές πολλές. Η βοή και ο θόρυβος έφτασε μέχρι το παλάτι. Η βασίλισσα Αλεξάνδρα,
που κοιμότανε εκεί, σηκώθηκε ξαφνιασμένη. Κατάλαβε, πώς όλος εκείνος ο θόρυβος γινότανε, για τον χριστιανό Γεώργιο. Η καρδιά της εκείνη την στιγμή κτύπησε παράξενα και
ψιθύρισε:
—Τόσο καιρό είμαι χριστιανή και το κρύβω. Δεν είναι σωστό. Η πίστης και η αγάπη για τον Χριστό δεν πρέπει να κρύβονται. Και λέγοντας αυτά, ντύθηκε γρήγορα, βγήκε έξω και
μπερδεύτηκε μέσα στο πλήθος, φωνάζοντας:
—Θεέ του Γεωργίου βοήθησε με.. Μονάχα Εσύ είσαι Αληθινός Θεός.
Την ίδια στιγμή ο αυτοκράτορας γεμάτος πείσμα κατηγόρησε τον Άγιο και τον έλεγε άσεβη, διότι γκρέμισε τα είδωλα του ναού, έστω κι αν αυτό έγινε με θαύμα.
Ο Μεγαλομάρτυς όμως ατάραχος και γαλήνιος του απαντούσε, λέγοντας:
—Είναι ντροπή, για σένα βασιλεύ, να στηρίζεσαι σε τέτοιους θεούς, όταν βλέπεις ότι οι θεοί σου αυτοί δεν μπορούνε να προστατεύσουνε ούτε τον ίδιο τον εαυτό τους!
Κι’ ενώ η συζήτησις προχωρούσε, ανάμεσα από τον βασιλέα και τον Άγιο, μπήκε η Αλεξάνδρα, η γυναίκα του Διοκλητιανού, η οποία ευχαριστούσε τον Μάρτυρα για τα θαύματά
του και κατηγορούσε την πλάνη της ειδωλολατρικής θρησκείας.
Ο αυτοκράτορας τα χάνει. Δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που βλέπουνε τα μάτια του.
—Πάει, ψιθυρίζει. Χάνομαι. Είμαι δυστυχής. Λερναία Ύδρα γίνετε η θρησκεία αυτών των άπιστων και με πνίγει. Πήρανε και την γυναίκα μου με το μέρος τους. Κι’ όμως πρέπει να
μείνω αλύγιστος. Ούτε σπιθαμή πίσω...
Ανάβει έπειτα το εγκληματικό του πάθος και φωνάζει τον πρωτοσύμβουλό του να συντάξει ένα τυπικό κατηγορητήριο, για την θανατική ποινή του Τροπαιοφόρου Γεωργίου και
της Αλεξάνδρας. Η διαταγή εκείνη του αυτοκράτορα έλεγε τα εξής περίπου:
«Τόν Χιλίαρχον Γεώργιο, χριστιανόν, ὁ οποίος κατεφρόνησε τήν βασιλικήν ἐξουσίαν, ὕβρισε τούς θεούς καί κατέστρεψε τούς ναούς τῶν, διατάσσω ν’ ἀποχεφαλισθῆ μαζί μέ τήν
βασίλισσαν Ἀλεξάνδραν».
Η βασίλισσα Αλεξάνδρα όμως δεν πρόλαβε να μαρτυρήσει για το όνομα του Χριστού. Εκεί καθώς προσευχόταν στην φυλακή, ξεψύχησε σιωπηλά κι’ ήρεμα σαν πουλάκι. Ο Θεός
θέλησε να της χαρίσει γλυκό ειρηνικό τέλος.

Το μαρτυρικό τέλος
Το πρωί της 23ης Απριλίου του 303 μ.Χ. οι στρατιώτες μπήκανε στο κελί του Αγίου με γυμνά ξίφη κι’ άγριες μορφές. Ο μάρτυς του Χριστού κατάλαβε, πώς είχε φθάσει η μεγάλη
στιγμή του τέλους του. Εκείνοι βλοσυροί κι’ αμίλητοι τον βγάλανε έξω από την πόλη. Ανάπνευσε ευτυχισμένος το άρωμα της ανοίξεως, καθώς προχωρούσε μέσα από τις
πρασινάδες και τα λουλούδια. Άφησε για στερνή φορά τα μάτια του ν’ αγκαλιάσουν την όμορφη πλάση του Δημιουργού. Έπειτα ψιθύρισε:
—Τί είναι αυτά Κύριε μπροστά στην εικόνα της ευτυχίας, που μας περιμένει. Ας είναι δοξασμένο το όνομα Σου…
Όταν φθάνουν στον τόπο της εκτελέσεως ο Άγιος γονατίζει και προσεύχεται, για τους δήμιους του. Έπειτα αναφωνεί:
—Θεέ μου, δέξου την ψυχή μου…
Και προσθέτει κοιτάζοντας το πλήθος, που έχει συγκεντρωθεί για να δει την εκτέλεση
του:
—Αξίωσε, Κύριε, κι αυτούς να σε γνωρίσουν και να πιστέψουνε στη δύναμη Σου.
Έπειτα επικρατεί νεκρική σιγή. Ο Άγιος σκύβει τον αυχένα στην δήμιο με θάρρος. Σε λίγο κόβεται η Αγία Κεφαλή και το αγνό αίμα του τρυφερού Μεγαλομάρτυρα ποτίζει το
ανοιξιάτικο χορτάρι της γης...
Η ψυχή του, ανεβαίνει στους ουρανούς, για να χαρεί την παντοτινή, την αιώνια, την ατέλειωτη άνοιξη της ευτυχίας του Παραδείσου.
Μεγάλη εκδηλώθηκε η τιμή των χριστιανών προς τον Άγιο στο πέρασμα των αιώνων. Τον τιμούν για τον ηρωισμό του και το μαρτύριο του. Τον ευλαβούνται, διότι ο Θεός του
έδωσε την χάριν να κάνει πολλά θαύματα. Εκείνος αγάπησε τον Θεό πολύ, και ο Θεός τίμησε την πίστη του, την αρετή του, την ευσέβεια του και το μαρτύριο του. Και οι
άνθρωποι με ξεχωριστό σεβασμό και συγκίνηση τον έτι μη σαν, τον τιμούν και θα τον τιμούν εις αιώνας αιώνων.

Zoom in (real dimensions: 597 x 831)Οι λαοί των τιμούν
Το λείψανο του Άγιου φυλασσόντανε στην Λύδδα της Παλαιστίνης. Εκεί είχε κτισθή και ναός στ’ όνομα του Αγίου, ο οποίος κατεστράφη το 1010. Ο ίδιος ναός κατεδαφιστεί
αργότερα υπό του Σουλτάνου Σαλαδίνου (1191 μ.Χ.).
Από τον 4ο αιώνα συναντούμε ναούς του Αγίου σε πολλά μέρη της γης. Ναοί και Μοναστήρια επ’ ονόματι του κτισθήκανε στη Συρία. Στην Αίγυπτο υπήρχανε 40 ναοί και μονές
για να τιμούν τον Μεγαλομάρτυρα. Ο μεγαλύτερος Ναός υπάρχει στο παλαιό Κάιρο. Εκεί φυλάσσεται και τμήμα της αλυσίδας με την οποίαν είχαν δεμένο τον Άγιο. Κατά την
Παράδοση στο μέρος αυτό έμεινε και η Αγία Οικογένεια με τον Χριστό, όταν φύγανε από το χέρια του Ηρώδη.
Στην Κωνσταντινούπολη βρίσκουμε ναούς του Αγίου Γεωργίου από την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου...

Ο Μεγαλομάρτυς στην πατρίδα μας
Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Γεώργιος στην πατρίδα μας τιμάται εξαιρετικά. Είναι ο μεγάλος Άγιος, είναι ο ήρωας, είναι ο Ελευθερωτής. Δεν υπάρχει πόλη ή χωριό χωρίς να έχει το
εκκλησάκι του. Δεν υπάρχει Ελληνική οικογένεια στην οποία να λείπει τ’ όνομά του. Με την μορφή του κοσμείται η σημαία του Πεζικού στο Στρατό μας. Ο Άγιος Γεώργιος τιμάται
και ως προστάτης του Πεζικού. Αλλά και στα όπλα θα βρεις χαραγμένη την μορφή του. Ο λαός τον ύμνησε με χίλιους δύο τρόπους. Τον τραγούδησε και σαν δρακοντοκτόνο. τον
έβαλε και μέσα στο Δημοτικό τραγούδι. Να τί λέγει ένα από αυτά:
Ἄη Γιώργη μ’ ἀφέντη μου κι ἀφέντη Καβαλλάρη.
Ἁρματωμένος μέ σπαθί καί μέ χρυστό κοντάρι.
Ἄγγελος εἶσαι στή θωριά καί ἅγιος στή θειότη
Περικαλῶ βοήθα μέ, Ἅγιε στρατιώτη.

Του αξίζει δε κάθε τιμή, διότι ο Άγιος Γεώργιος, πάντοτε στις δύσκολες στιγμές του Ελληνικού Έθνους, μας προστατεύει την Πίστη και την Πατρίδα.


Πολύ νωρίς κτίζονται στ’ όνομά του Μοναστήρια και Ναοί. Στην Κωνσταντινούπολη υπήρχαν στ’ όνομα του Άγιου Γεωργίου 6 Εκκλησίες. Τρία Μοναστήρια του Αγίου Όρους
τιμώνται με το όνομά του. Η Μονή του Ξενοφώντος, η Μονή του Ζωγράφου και η Μονή του Απ. Παύλου. Τον 18ον αιώνα Άγγλος περιηγητής έγραψε: Δεν υπάρχει χωριό που να
μη έχει Εκκλησία προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου. Από το 800 μ.Χ. τοπική σύνοδος της Οξφόρδης ανακήρυξε τον Άγιο, Προστάτη της Αγγλίας. Με τον ίδιο τρόπο αναγνωρίστηκε
αργότερα προστάτης της Γενεύης. Και η Ρωσία ανεγνώρισε τον Μεγαλομάρτυρα προστάτη του λαού της. Και οι τούρκοι πολεμικοί ιππείς (σπαήδες) τιμούσαν τον Άγιο και
πιστεύανε ότι προστατεύει τους αθώους πού καταδυναστεύονται.

Στην ιστορία του Έθνους μας και μάλιστα κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας το όνομα του Άη Γιώργη ήταν σύμβολο αγώνος και πίστεως. Την ήμερα της γιορτής του τα
παλικάρια τραγουδούσανε, γλεντούσανε, και ζητούσανε την βοήθειά του για την λευτεριά του σκλαβωμένου γένους. Την ημέρα εκείνη γιορτάζανε στα ερημικά κι’ απόμερα
εξωκκλήσια του Αγίου και ρίχνανε στο σημάδι. Προγυμναζότανε, δηλαδή, στην σκοποβολή. Στρατιώτης του Χριστού αναδείχτηκε ο Μεγαλομάρτυρας. Στρατιώτες, που αγωνιζόταν
για την πίστη του Χριστού την άγια και της πατρίδος την ελευθερία ήταν και οι γενναίοι πρόγονοι μας... Έτσι σε χιλιάδες εξωκκλήσια του Αγίου την ημέρα της γιορτής του ο
υποδουλος Ελληνισμός έψαλε: «Ὡς τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτής…»


Στίχος
Ἐχθροὺς ὁ τέμνων Γεώργιος ἐν μάχαις, Ἑκὼν παρ' ἐχθρῶν τέμνεται διὰ ξίφους. Ἦρε Γεωργίου τρίτῃ εἰκάδι αὐχένα χαλκός.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ΄.
Ὡς τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτής, καί τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής, ἀσθενούντων ἰατρός, βασιλέων ὑπέρμαχος, Τροπαιοφόρε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε, πρέσβευε Χριστῷ
τῷ Θεῶ, σωθῆναι τάς ψυχᾶς ἠμῶν.

Ἕτερον Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης
Τῶν Μαρτύρων τὸ κλέος, καὶ λαμπρὸν ἀκροθίνιον, τῶν καινῶν τροπαίων τὴν στήλην, καὶ ὁπλίτης περίδοξον, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις ἱεροῖς, Γεώργιον τὸν μέγαν Ἀθλητήν·
σελαγίζει γὰρ τοῖς θαύμασιν πᾶσαν γῆν, καὶ σώζει τοὺς κραυγάζοντας· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ μεγαλύναντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, ξένα θαυμάσια.

Κοντάκιον. Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεῖς
Γεωργηθεῖς, ὑπό Θεοῦ ἀνεδείχθης, τῆς εὐσεβείας γεωργός τιμιώτατος, τῶν ἀρετῶν τά δράγματα συλλέξας σεαυτῶ, σπείρας γάρ ἐν δάκρυσιν, εὐφροσύνη Θερίζεις,
ἀθλήσας δέ δί’ αἵματος, τόν Χριστό ἐκομίσω, καί ταῖς πρεσβείαις, Ἅγιε, ταῖς σαῖς, πάσι παρέχεις πταισμάτων συγχώρησιν.

Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ
Ὡς τῶν Μαρτύρων ταξιάρχην καὶ ἀκρέμονα καὶ Ἐκκλησίας ἀκατάσειστον θεμέλιον Μακαρίζομέν σε πόθῳ Τροπαιοφόρε. Ἀλλ’ ὡς μέγας ἀρωγὸς ἡμῶν καὶ πρόβολος
Ἐν παντὶ ἀντιλαβοῦ καὶ ὑπεράσπισον τῶν βοώντων σοι, χαίροις Μάρτυς Γεώργιε.

Zoom in (real dimensions: 430 x 622)

Μεγαλυνάρια
Τόν θερμόν προστάτην καί βοηθόν, τόν ἐν κινδύνοις ἀντιλήπτορα ταχυνόν, τῶν Μαρτύρων κλέος, εἰδώλων καθαιρέτην, Γεώργιο τόν μέγαν πάντες τιμήσωμεν.

Ἄστρον ἀνατέταλκε φαεινόν, ἐκ τῆς Καππαδόκων, ὁ πολυάθλος τοῦ Χριστοῦ, Μάρτυς καί φωτίζει, πιστῶν ἅπαν τό πλῆθος, Γεώργιος ὁ μέγας, ὄν νῦν γεραίρομεν.

Χαίροις Ὀρθοδόξων ὁ βοηθός, χαίροις τῶν θαυμάτων, συμπαθέστατος χορηγός, χαίροις τῶν πασχόντων τερπνή παρηγορία, Γεώργιε τρισμάκαρ, Μαρτύρων ἔξαρχε.

Μέγας ἐν ἀθλήσει ἀναδειχθείς, ὡς τροπαιοφόρος, καὶ ἐν θαύμασιν εὐκλεής, μέγας ἀντιλήπτωρ, τῆς Ἐκκλησίας ὤφθης, Γεώργιε παμμάκαρ, Μαρτύρων καύχημα.

Κυριακή 19 Απριλίου 2015

" † ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΑΣΧΑ (ΘΩΜΑ) 19.04.2015 ''



 

 

 

 

Τό Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τοῦ Θωμά

Πράξεις Ἀποστόλων (ε΄12-20)

Εν ταῖς ἡμέραις ἐκεῖναις, διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά· καὶ ἦσαν ὁμοθυμαδὸν ἅπαντες ἐν τῇ στοᾷ Σολομῶντος· τῶν δὲ λοιπῶν οὐδεὶς ἐτόλμα κολλᾶσθαι αὐτοῖς, ἀλλ᾿ ἐμεγάλυνεν αὐτοὺς ὁ λαός·
μᾶλλον δὲ προσετίθεντο πιστεύοντες τῷ Κυρίῳ πλήθη ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν, ὥστε κατὰ τὰς πλατείας ἐκφέρειν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τιθέναι ἐπὶ κλινῶν καὶ κραβάττων, ἵνα ἐρχομένου Πέτρου κἂν ἡ σκιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν. Συνήρχετο δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν πέριξ πόλεων εἰς Ἱερουσαλὴμ φέροντες ἀσθενεῖς καὶ ὀχλουμένους ὑπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, οἵτινες ἐθεραπεύοντο ἅπαντες.
Ἀναστὰς δὲ ὁ ἀρχιερεὺς καὶ πάντες οἱ σὺν αὐτῷ, ἡ οὖσα αἵρεσις τῶν Σαδδουκαίων, ἐπλήσθησαν ζήλου καὶ ἐπέβαλον τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ τοὺς ἀποστόλους, καὶ ἔθεντο αὐτοὺς ἐν τηρήσει δημοσίᾳ. Ἄγγελος δὲ Κυρίου διὰ τῆς νυκτὸς ἤνοιξε τὰς θύρας τῆς φυλακῆς, ἐξαγαγών τε αὐτοὺς εἶπε· πορεύεσθε, καὶ σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τὰ ρήματα τῆς ζωῆς ταύτης.

Ἀπόδοση στή νεοελληνική:

Τις ἡμέρες ἐκείνες, μὲ τὰ χέρια τῶν ἀποστόλων ἐγίνοντο πολλὰ θαύματα καὶ τέρατα μεταξὺ τοῦ λαοῦ· καὶ ἐσυνείθιζαν νὰ συγκεντρώνωνται ὅλοι μὲ μιὰ ψυχὴ εἰς τὴν στοὰν τοῦ Σολομῶντος. Ἀπὸ τοὺς ἄλλους κανεὶς δὲν ἐτολμοῦσε νὰ προσκολληθῇ εἰς αὐτούς, ὁ λαὂς ὅμως τοὺς ἔτρεφε μεγάλην ὑπόληψιν· ἀκόμη δὲ περισσότερον, προσετίθοντο πλήθη ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ποὺ ἐπίστευαν εἰς τὸν Κύριον. Ἀκόμη καὶ τοὺς ἀσθενεῖς ἔφερναν στὶς πλατεῖες καὶ τοὺς ἔβαζαν σὲ κρεββάτια καὶ φορεῖα ὥστε, ὅταν θὰ περνοῦσε ὁ Πέτρος, νὰ πέσῃ ἔστω καὶ ἡ σκιά του σὲ κάποιον ἀπὸ αὐτούς. Μαζευότανε καὶ ὁ κόσμος ἀπὸ τὰς πέριξ πόλεις εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ καὶ ἔφερναν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ ὅσους ἐβασανίζοντο ἀπὸ πνεύματα ἀκάθαρτα, καὶ ὅλοι ἐθεραπεύοντο.
Τότε ἐσηκώθηκε ὁ ἀρχιερεὺς καὶ ὅλοι ὅσοι ἦσαν μαζί του, δηλαδὴ τὸ κόμμα τῶν Σαδδουκαίων, καὶ γεμάτοι ἀπὸ φθόνον ἔβαλαν τὰ χέρια τους ἐπάνω εἰς τοὺς ἀποστόλους καὶ τοὺς ἐφυλάκισαν δημοσίᾳ. Ἀλλὰ ἄγγελος Κυρίου ἄνοιξε τὴν νύχτα τὶς πόρτες τῆς φυλακῆς, τοὺς ἔβγαλε ἔξω καὶ εἶπε, «Πηγαίνετε, σταθῆτε εἰς τὸν ναὸν καὶ μιλῆστε εἰς τὸν λαὸν διὰ τὴν νέαν αὐτὴν ζωήν».

Τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα

Κατά Ἰωάννην (κ΄ 19-31)

Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθενὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν.
Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. Ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. Καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.

Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ’ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. Ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω.
Καὶ μεθ’ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ’ αὐτῶν. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· εἰρήνη ὑμῖν. Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. Καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες.
Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ· ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.

Ἀπόδοση στή νεοελληνική:

Κατὰ τὴν ἑσπέραν τῆς ἡμέρας ἐκείνης, τῆς πρώτης τῆς ἑβδομάδος, καὶ ἐνῷ οἱ πόρτες ἦσαν κλειστές, ἐκεῖ ὅπου ἦσαν συγκεντρωμένοι οἱ μαθηταί, διότι ἐφοβοῦντο τοὺς Ἰουδαίους, ἦλθε ὁ Ἰησοῦς καὶ στάθηκε εἰς τὸ μέσον καὶ τοὺς λέγει, «Εἰρήνη νὰ εἶναι μαζί σας».
Ὅταν εἶπε αὐτό, τοὺς ἔδειξε τὰ χέρια του καὶ τὴν πλευράν του. Οἱ μαθηταὶ ἐχάρησαν διότι εἶδαν τὸν Κύριον. Ὁ Ἰησοῦς τοὺς εἶπε καὶ πάλιν, «Εἰρήνη νὰ εἶναι μαζί σας. Καθὼς ἔστειλε ἐμὲ ὁ Πατέρας καὶ ἐγὼ στέλνω ἐσᾶς». Ὅταν εἶπε αὐτό, ἐφύσησε εἰς τὸ πρόσωπον καὶ τοὺς λέγει, «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἐὰν συγχωρέσετε τὶς ἁμαρτίες κανενὸς τοῦ εἶναι συγχωρημένες· ἂν κανενὸς δὲν τὶς συγχωρήσετε, θὰ μείνουν ἀσυγχώρητες».
Ὁ Θωμᾶς, ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, ὁ ὀνομαζόμενος Δίδυμος, δὲν ἦτο μαζί τους ὅταν ἦλθε ὁ Ἰησοῦς. Τοῦ εἶπαν λοιπὸν οἱ ἄλλοι μαθηταί, «Εἴδαμε τὸν Κύριον». Αὐτὸς δὲ τοὺς εἶπε, «Ἐὰν δὲν ἰδῶ εἰς τὰ χέρια του τὸ σημάδι ἀπὸ τὰ καρφιὰ καὶ δὲν βάλω τὸ δάκτυλό μου εἰς τὸ σημάδι ἀπὸ τὰ καρφιὰ καὶ δὲν βάλω τὸ χέρι μου εἰς τὴν πλευράν του, δὲν θὰ πιστέψω».Ὕστερα ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες ἦσαν πάλιν μέσα εἰς τὸ σπίτι οἱ μαθηταί του καὶ ὁ Θωμᾶς μαζί τους. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, ἐνῷ οἱ πόρτες ἦσαν κλειστές, ἐστάθηκε εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπε, «Εἰρήνη νὰ εἶναι μαζί σας». Ἐπειτα λέγει εἰς τὸν Θωμᾶν, «Φέρε τὸ δάκτυλό σου ἐδῶ καὶ κύτταξε τὰ χέρια μου καὶ φέρε τὸ χέρι σου καὶ βάλε το εἰς τὴν πλευράν μου καὶ μὴ γίνεσαι ἄπιστος ἀλλὰ πιστός». Ὁ Θωμᾶς τοῦ ἀπεκρίθη, «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ λέγει, «Ἐπειδὴ μὲ εἶδες, ἐπίστεψες. Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν μὲ εἶδαν καὶ ὅμως ἐπίστεψαν».Καὶ ἄλλα πολλὰ θαὐματα ἔκανε ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν του, τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι γραμμένα εἰς τὸ βιβλίον τοῦτο. Αλλ’ αὐτὰ ἔχουν γραφῆ γιὰ νὰ πιστέψετε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ πιστεύοντες νὰ ἔχετε ζωὴν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ.

πηγή: Συνοδοιπορία

Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

'' † ΙΕΡΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ (ΤΡΥΠΗΤΗΣ) ΣΤΟ ΑΙΓΙΟ''

 
''ΕΟΡΤΑΖΕΙ ΜΕΤΑ ΠΑΣΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΜΠΡΟΤΗΤΑΣ ΑΥΡΙΟ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ  17.04.2015''

Ένα από τα ομορφότερα προσκυνήματα της Ελλάδος είναι το Ιερό Προσκύνημα «Ζωοδόχος Πηγή», η γνωστή Παναγία «Τρυπητή» του Αιγίου στο νομό Αχαΐας. Βρίσκεται στην παραλία του Αιγίου, κτισμένο σε απόκρυμνο βράχο ύψους 30 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και μέσα σε σπήλαιο-τρύπα, από όπου έλαβε και το όνομα.
Όποιος επισκέπτεται για πρώτη φορά το προσκύνημα εντυπωσιάζεται από την ομορφιά του τοπίου. Κυπαρίσσια και σκιερά πεύκα δίνουν μία ξεχωριστή και υποβλητική μεγαλοπρέπεια. Μία κλίμακα με 150 σκαλοπάτια ενώνει το Ιερό Προσκύνημα της Παναγίας Τρυπητής με το δημόσιο δρόμο. Υπάρχει όμως και μία δεύτερη οδός από τον Κυπαρισσώνα. Μόλις ο επισκέπτης, πλησιάσει τα κράσπεδα του ναού, παρατηρεί εντός του βράχου ένα μικρό σπήλαιο μήκους 3 μέτρων, πλάτους 2 μέτρων και ύψους πάλι 2 μέτρων. Το άνοιγμα είναι κτισμένο με πέτρες και έχει μία μικρή πόρτα και παράθυρο. Κατά την παράδοση εκεί ήταν το ασκητήριο του καπετάνιου-ναυαγού που βρήκε την εικόνα της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής.
Στον πρόναο υπάρχει και Αγίασμα. Σύμφωνα με την ιερά παράδοση, στα μέσα του 16ου αιώνα, κάποιος ναυαγός του Κορινθιακού Κόλπου, διακρίνει -μέσα στη νύκτα- ένα φως παρηγοριάς, σημάδι πως βρίσκεται κοντά σε στεριά. Γεμίζει θάρρος και ελπίδα. Επιστρατεύει όλες του τις δυνάμεις για να φθάσει εκεί που λαμπυρίζει το φως. Το πλησιάζει και διαπιστώνει με πολλή έκπληξη, πως βρίσκεται μπροστά σε μία εικόνα της Παναγίας, όπου φεγγοβολάει oλόκληρη και φωτίζει ολόγυρα.
Είναι η χαριτόβρυτη και θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, κρυμμένη μέσα στο βραχώδες σπήλαιο, άγνωστο από πότε. Έτσι ανακαλύφθηκε η εικόνα της "Παναγίας της Τρυπητής". Ο ναυαγός με ευλάβεια και συγκίνηση γονατίζει και την προσκυνά. Την άλλη μέρα ειδοποίησε τις Αρχές της πόλης του Αιγίου. Κλήρος, λαός, άρχοντες ήλθαν, προσκύνησαν κάνοντας δοξολογία.
Ο ευρετής της εικόνας γίνεται ο πρώτος ασκητής και υπηρέτης της Παναγίας. Στη συνέχεια αρχίζει η μέριμνα για ανοικοδόμηση ναού. Με την πάροδο του χρόνου το πρώτο ασκηταριό εξελίσσεται σε λαμπρή μονή. Ο ναός πήρε τη σημερινή του μορφή τον 19ο αιώνα.
Η εξωτερική μαρμάρινη σκάλα, η οποία ενώνει τον παραλιακό δρόμο με τον Ιερό Ναό της Παναγίας της Τρυπητής, κατασκευάστηκε το έτος 1870 με σχέδιο του μηχανικού Άγγελου Κορυζή.
Με Βασιλικό Διάταγμα του 1933 η εορτή της Παναγίας της Τρυπητής καθιερώνεται ως επίσημη Θρησκευτική Εορτή του Αιγίου και η Παναγία Τρυπητή έγινε η πολιούχος του Αιγίου. Την Παρασκευή της Διακαινησίμου τελείται η λιτάνευση της Ιεράς Εικόνας με κάθε επισημότητα.
Με την ανακήρυξη της Παναγίας της Τρυπητής, από την Ιερά Σύνοδο, σε Πανελλήνιο Ιερό Προσκύνημα, επισημοποιήθηκε η ευλάβεια των χιλιάδων ευσεβών Χριστιανών που αθρόα συρρέουν στο προσκύνημα όλο το χρόνο, ιδιαίτερα την Παρασκευή μετά το Πάσχα. Τα πολλά και εξαίσια θαύματα της Παναγίας με την πάροδο του χρόνου αναδεικνύουν τον ιερό αυτό τόπο σε μεγάλο πνευματικό κέντρο πανελληνίου ακτινοβολίας.
Το Ιερό Προσκύνημα παραμένει ανοικτό μέχρι την δύση του ήλιου.
Tηλ.: (+30) 26910-22323
Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας im-ka.gr
 

Κυριακή 12 Απριλίου 2015

'' † ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ''


 

ΤΡΟΠΑΡΙΟΝ

''Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας, και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος''. 
 (ΑΠΛΗ ΑΠΟΔΟΣΗ)
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀναστήθηκε ἀφοῦ κατέβηκε καὶ δίδαξε στοὺς νεκρούς, καταπατώντας μὲ τὸν θάνατό του τὸν φυσικὸν καὶ τὸν πνευματικὸν θάνατον καὶ σὲ ὅσους βρίσκονταν σὲ τάφους, εἴτε φυσικοὺς εἴτε πνευματικούς, χάρισε ἔτσι τὴν ἀληθινὴ ζωή.


''Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τοῦ τάφου καθὼς προεῖπεν, ἔδωκεν ἡμῖν τὴν αἰώνιον ζωὴν καὶ μέγα ἔλεος.''

 (ΑΠΛΗ ΑΠΟΔΟΣΗ)

Μὲ τὴν ἀνάσταση Του ἀπὸ τὸν τάφον ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὅπως εἶχε πεῖ πρὶν τὰ ἅγια πάθη Του, μᾶς χάρισε τὴν ἀληθινὴ αἰώνια ζωή καὶ τὸ μέγα ἔλεος τοῦ Θεοῦ στὶς ταπεινές μας ὑπάρξεις.

ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ

''Ει και εν τάφω κατήλθες, αθάνατε, αλλά του άδου καθείλες την δύναμιν, και ανέστης ως νικητής, Χριστέ ο Θεός, γυναιξί μυροφόροις φθεγξάμενος. Χαίρετε, και τοις σοις αποστόλοις ειρήνην δωρούμενος, ο τοις πεσούσι παρέχων ανάστασιν''. 

''Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον, Κύριον, Ἰησοῦν τὸν μόνον ἀναμάρτητον. Τὸν Σταυρόν σου Χριστὲ προσκυνοῦμεν καὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασιν ὑμνοῦμεν καὶ δοξάζομεν· σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἡμῶν, ἐκτὸς σοῦ ἄλλον οὐκ οἴδαμεν, τὸ ὄνομά σου ὀνομάζομεν. Δεῦτε πάντες οἱ πιστοί, προσκυνήσωμεν τὴν τοῦ Χριστοῦ ἁγίαν ἀνάστασιν· ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ. Διὰ παντὸς εὐλογοῦντες τὸν Κύριον, ὑμνοῦμεν τὴν ἀνάστασιν αὐτοῦ· Σταυρὸν γὰρ ὑπομείνας δι᾿ ἡμᾶς, θανάτῳ θάνατον ὤλεσε''.

 (ΑΠΛΗ ΑΠΟΔΟΣΗ)

 Ἀφοῦ εἴδαμε τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἂς προσκυνήσουμε τὸν ἅγιο καὶ Κύριο, τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ ποὺ εἶναι ὁ μόνος ἀναμάρτητος. Τὴν Σταυρική Σου θυσία Χριστὲ προσκυνοῦμε
καὶ τὴν ἁγία σου Ἀνάσταση ὑμνοῦμε καὶ δοξάζουμε· διότι Ἐσὺ εἶσαι ὁ Θεός μας, καὶ Θεὸ ἄλλον ἐκτὸς ἀπὸ Ἐσένα δὲν ἀναγνωρίζουμε κανένα, καὶ μόνο τὸ ὄνομά Σου σημαίνει Θεὸς γιὰ ἑμᾶς.Ἐλᾶτε ὅλοι οἱ πιστοί, ἂς προσκυνήσουμε τὴν ἁγία ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ· ἀφοῦ ἡ ἀνάστασή Του ποὺ ἔγινε μετὰ τὴν Σταυρική Του Θυσία, ἔφερε μεγάλη χαρὰ ποὺ ἀπλώθηκε σὲ ὅλον τὸν κόσμο. Παντοτινὰ θὰ εὐλογοῦμε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου, καὶ παντοτινὰ θὰ ὑμνοῦμε τὴν ἀνάστασή Του. Διότι, ἐπειδὴ ὑπέμεινε Πάθη καὶ Σταυρό ἀπὸ ἑμᾶς γιὰ ἑμᾶς, κατανίκησε κι ἔδιωξε τὸν θάνατο.

''ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ''
Εἴ τις εὐσεβὴς καὶ φιλόθεος, ἀπολαυέτω τῆς καλῆς ταύτης καὶ λαμπρᾶς πανηγύρεως· εἴ τις δοῦλος εὐγνώμων, εἰσελθέτω χαίρων εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου αὐτοῦ· εἴ τις ἔκαμε νηστεύων, ἀπολαβέτω νῦν τὸ δηνάριον. εἴ τις ἀπὸ πρώτης ὥρας εἰργάσατο, δεχέσθω σήμερον τὸ δίκαιον ὄφλημα· εἴ τις μετὰ τὴν τρίτην ἦλθεν, εὐχαριστῶν ἑορτάσῃ· εἴ τις μετὰ τὴν ἕκτην ἔφθασε, μηδὲν ἀμφιβαλλέτω· καὶ γὰρ οὐδὲν ζημιοῦται· εἴ τις ὑστέρησεν εἰς τὴν ἐνάτην, προσελθέτω μηδὲν ἐνδοιάζων· εἴ τις εἰς μόνην ἔφθασε τὴν ἑνδεκάτην, μὴ φοβηθῇ τὴν βραδυτῆτα. φιλότιμος γὰρ ὢν ὁ δεσπότης, δέχεται τὸν ἔσχατον, καθάπερ καὶ τὸν πρῶτον· ἀναπαύει τὸν τῆς ἑνδεκάτης,  ὡς τὸν ἐργασάμενον ἀπὸ τῆς πρώτης· καὶ τὸν ὕστερον ἐλεεῖ, καὶ τὸν πρῶτον θεραπεύει· κἀκείνῳ δίδωσι, καὶ τούτῳ χαρίζεται. καὶ τὰ ἔργα δέχεται, καὶ τὴν γνώμην ἀσπάζεται. καὶ τὴν πρᾶξιν τιμᾷ, καὶ τὴν πρόθεσιν ἐπαινεῖ. οὐκοῦν εἰσέλθητε πάντες εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου ἡμῶν. καὶ πρῶτοι καὶ δεύτεροι τὸν μισθὸν ἀπολάβετε, πλούσιοι καὶ πένητες μετ᾽ ἀλλήλων χορεύσατε, ἐγκρατεῖς καὶ ῥᾴθυμοι τὴν ἡμέραν τιμήσατε, νηστεύσαντες καὶ μὴ νηστεύσαντες εὐφράνθητε σήμερον. ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες· ὁ μόσχος πολύς, μηδεὶς ἐξέλθοι πεινῶν. πάντες ἀπολαύσατε τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος. μηδεὶς θρηνείτω πενίαν· ἐφάνη γὰρ ἡ κοινὴ βασιλεία. μηδεὶς ὀδυρέσθω τὰ πταίσματα·  συγγνώμη γὰρ ἐκ τοῦ τάφου ἀνέτειλε· μηδεὶς φοβείσθω τὸν θάνατον· ἠλευθέρωσε γὰρ ἡμᾶς ὁ τοῦ Σωτῆρος θάνατος· ἔσβεσεν αὐτόν, ὑπ᾽ αὐτοῦ κατεχόμενος· ἐκόλασε τὸν ᾅδην κατελθὼν εἰς τὸν ᾅδην. ἐπίκρανεν αὐτὸν γευσάμενον τῆς σαρκὸς αὐτοῦ. καὶ τοῦτο προλαβὼν Ἡσαΐας ἐβόησεν· ὁ ᾅδης, φησίν, ἐπικράνθη. συναντήσας σοι κάτω ἐπικράνθη· καὶ γὰρ κατηργήθη· ἐπικράνθη, καὶ γὰρ ἐνεπαίχθη. ἔλαβε σῶμα, καὶ Θεῷ περιέτυχεν· ἔλαβε γῆν, καὶ συνήντησεν οὐρανῷ· ἔλαβεν ὅπερ ἔβλεπε, καὶ πέπτωκεν ὅθεν οὐκ ἔβλεπε. ποῦ σου, θάνατε, τὸ κέντρον; ποῦ σου, ᾅδη, τὸ νῖκος; ἀνέστη Χριστός, καὶ σὺ καταβέβλησαι· ἀνέστη Χριστός, καὶ πεπτώκασι δαίμονες· ἀνέστη Χριστός, καὶ χαίρουσιν ἄγγελοι· ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος. Χριστὸς γὰρ ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο. αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.

 ''ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ'' (ΑΠΛΗ ΑΠΟΔΟΣΗ)

Αν είναι κανείς πιστός και ευλαβής, ας απολαύσει την ωραία αυτή και λαμπρά πανήγυρη. Αν είναι κανείς δούλος σώφρων, ας εισέλθει χαρούμενος στη χαρά του Κυρίου του. Αν καταπονήθηκε κανείς από τη νηστεία, ας λάβει τώρα το δηνάριο. Αν δούλεψε κανείς από την αυγή, ας δεχτεί σήμερα τη δίκαιη αμοιβή. Αν κανείς ήλθε αργά το πρωί, ας εορτάσει ευγνώμων. Αν έφτασε κανείς μεσημέρι, ας μην αμφιβάλλει καθόλου· γιατί καθόλου δεν ζημιώνεται. Αν έφτασε κανείς αργά το απομεσήμερο, ας πλησιάσει χωρίς ενδοιασμό. Αν έφτασε κανείς μόλις την ενδεκάτη, ας μην φοβηθεί για την αργοπορία· όντας ο κύριος του οίκου γενναιόδωρος δέχεται τον έσχατο όπως ακριβώς και τον πρώτο. Προσφέρει ξεκούραση σε κείνον που εργάστηκε την ενδεκάτη όπως σε κείνον που εργάστηκε από την αυγή. Και τον τελευταίο ευσπλαχνίζεται, και τον πρώτο περιποιείται. Και σε κείνον δίνει, και σ᾽ αυτόν χαρίζει. Και τα έργα υποδέχεται, και τη γνώμη καλωσορίζει. Και την πράξη τιμά, και την πρόθεση επαινεί. Εισέλθετε λοιπόν όλοι στη χαρά του Κυρίου μας. Και οι πρώτοι και οι δεύτεροι λάβετε την αμοιβή σας. Πλούσιοι και φτωχοί χορέψτε αγκαλιασμένοι. Εγκρατείς και αμέριμνοι τιμήσατε την ημέρα. Νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες ευφρανθείτε σήμερα. Το τραπέζι είναι γεμάτο, απολαύστε την πολυτέλεια όλοι. Ο μόσχος είναι πολύς, κανείς ας μη φύγει πεινασμένος. Απολαύστε τον πλούτο της χρηστότητας. Κανείς ας μη θρηνεί τη φτώχεια· εμφανίστηκε η κοινή βασιλεία. Κανείς ας μην οδύρεται για τα σφάλματά του· γιατί ανέτειλε από τον τάφο η συγχώρεση. Κανείς ας μη φοβάται το θάνατο· γιατί ο θάνατος του Σωτήρα μάς ελευθέρωσε. Τον έσβησε, ενώ ήταν υπό την εξουσία του. Τιμώρησε τον Άδη, αφού πρώτα κατέβηκε στον Άδη. Τον επίκρανε, όταν εκείνος γεύτηκε τη σάρκα του. Ο Ησαΐας το προφήτευσε αυτό: «Ο Άδης», λέει, «επικράνθη». Οταν σε συνάντησε κάτω, επικράνθη. Γιατί καταργήθηκε. Επικράνθη, γιατί ενεπαίχθη. Πήρε στα χέρια του ανθρώπινο σώμα, και βρέθηκε μπροστά στον Θεό. Πήρε γη, και βρήκε ουρανό. Πήρε αυτό που έβλεπε, και έπεσε σ᾽ αυτό που δεν έβλεπε. «Πού είναι, θάνατε, το κεντρί σου; Πού είναι, Άδη, η νίκη σου;» Αναστήθηκε ο Χριστός, και συ καταβαραθρώθηκες. Αναστήθηκε ο Χριστός, και οι δαίμονες ρίχτηκαν κάτω. Αναστήθηκε ο Χριστός, και χαίρονται οι άγγελοι. Αναστήθηκε ο Χριστός, και κανείς νεκρός δεν μένει πια στο μνήμα. Γιατί ο Χριστός σηκώθηκε από το μνήμα και έγινε οδηγός των κεκοιμημένων. Σ᾽ αυτόν η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.


Δευτέρα 6 Απριλίου 2015

'' † Καλή Μεγάλη Εβδομάδα! Καλό Γολγοθά! Καλή Ανάσταση! ''



π. Εφραίμ Φιλοθεΐτης: "Τον νυμφώνα σου βλέπω"
Tον νυμφώνα Σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ· λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, Φωτοδότα και σώσόν με», ψάλλει η Εκκλησία μας.

Η ψυχή του χριστιανού, η μετανοημένη ψυχή, αυτή που έχει συναίσθησι της αμαρτωλότητος και της ευθύνης, στρέφει τα μάτια της προς τον Νυμφίον της Εκκλησίας και γοερώς αναφωνεί: «Σωτήρα μου, Ευεργέτα μου, Συ που σταυρώθηκες γιά μένα την αμαρτωλή ψυχή· δεν έχω χιτώνα καθαρό, χιτώνα λελαμπρυσμένο από τα δάκρυα και την μετάνοια· ένδυμα δεν έχω αγνό. Πώς θα παρουσιασθώ ενώπιόν Σου, Ουράνιε Νυμφίε κάθε μετανοημένης και καθαράς ψυχής! Ο νυμφώνας Σου είναι κεκοσμημένος, είναι θαυμάσια στολισμένος και όμορφος. Εγώ όμως δεν έχω ένδυμα, ίνα εισέλθω και κατοικήσω αιωνίως εν αυτώ. Σε παρακαλώ, Σε ικετεύω, Ουράνιε Νυμφίε της ψυχής μου, λάμπρυνόν με· καθάρισε το ένδυμα της ψυχής μου, δώσε μου τα απαιτούμενα μέσα καθάρσεως για να λαμπρυνθή το ένδυμα αυτό και να αξιωθώ να γίνω μέτοχος, να γίνω άξιος να κατοικήσω μέσα σ' αυτόν τον ουράνιο και αιώνιο νυμφώνά Σου». 

Η Βασιλεία του Θεού, η Άνω Ιερουσαλήμ, ο ουράνιος κόσμος, ο αιώνιος και αναλλοίωτος είναι ο νυμφώνας του Θεού, εκεί που κατοικεί ο Θεός εν φωτί, εκεί που οι άγγελοι ψάλλουν ακαταπαύστως το: «Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός ημών». Σ' εκείνον τον ουράνιο κόσμο βρίσκεται η μακαριότητα του Θεού, η ευτυχία, το κάλλος και η ομορφιά. 

Ψυχές κεκαθαρμένες και με τα δάκρυα αγνισμένες, αισθάνονται αυτόν τον ουράνιο νυμφώνα· από τώρα τον γεύονται· τον βλέπουν με τα μάτια της ψυχής· τον ορέγονται, τον ποθούν και νοσταλγούν την ημέρα και την ώρα που θα απέλθουν δια να κατοικήσουν εις αυτόν. 

Ημείς όμως οι ταλαίπωροι άνθρωποι δεν έχουμε την πληροφόρησι της συνειδήσεως, γιατί η ψυχή μας δεν είναι καθαρή, μήτε το σώμα μας. Γι' αυτό ακριβώς και δεν είναι ανοιγμένα τα μάτια της ψυχής μας, να δούμε τον ουράνιο αυτό κόσμο, αυτήν την ομορφιά, την οποία είδε για λίγο ο Απόστολος Παύλος και ανεφώνησε από έκπληξι και θάμβος και είπε: «Ώ βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού! 
Ως άνεξερεύνητα τα κρίματα αυτού και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού!...» (Ρωμ. 11, 33), και αλλού πάλιν «Α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν άνθρωπου ουκ άνέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν» (Α'Κορ. 2, 9). 

Σ' αυτόν τον νυμφώνα τον ουράνιο καλούμεθα να γίνουμε οικήτορες, να κατοικήσουμε, να συναυλιζώμεθα μετά των Αγγέλων, μετά των Αγίων, σε ουράνια παστάδα, στην Άνω Ιερουσαλήμ, στο κάλλος της Βασιλείας των Ουρανών, στο φως το απρόσιτον, στον υπέρφωτον γνόφον της αγνωσίας του Θεού, αφού καθάρουμε τον χιτώνα της ψυχής μας.

Σ' αυτήν την κάθαρσι του χιτώνος, που καλούμεθα να επιτύχουμε, μας βοηθεί πάρα πολύ η Εκκλησία μας. Γι' αυτό, τον χρόνο αυτό, που ανοίχθηκε μπροστά μας και φέτος, αυτές τις άγιες ημέρες -με την γενική άποψι της νηστείας, όχι μόνον από τροφές, αλλά κυρίως από εγκράτεια κακών επιθυμιών- πρέπει ο κάθε χριστιανός που ποθεί να σωθή, να ανασυγκροτήσει τις σκέψεις και τις αποφάσεις του και να αγωνισθή να ζήση πιο σεμνά, πιο απέριττα, πιο απλά, σταματώντας την εξωτερική προσπάθεια της καλλωπίσεως και στρεφόμενος στον εσωτερικό καλλωπισμό του. Το εξωτερικό σκεύος καταστρέφεται, διαλύεται, γίνεται βορά και τροφή των σκωλήκων και της φθοράς. Την ομορφιά όμως της ψυχής, όχι μόνο κανένα πράγμα δεν τη φθείρει, αλλά μάλλον το Πνεύμα του Θεού την εξωραΐζει προς το ευγενέστερον. 

Ο χρόνος ολοένα και συντέμνεται, όλο και λιγοστεύει. Κάθε ημέρα που περνά, είναι και ένα βήμα προς τον θάνατο. Να ξέρετε, ότι και ένα μόνο δάκρυ ισοδυναμεί με το λουτρό. Όπως το λουτρό ανακουφίζει το σώμα και το πλύσιμο καθαρίζει το ένδυμα, ούτω πως και τα δάκρυα της μετανοημένης ψυχής αγνίζουν την καρδιά, αγνίζουν το νου, αγνίζουν το σώμα, αγνίζουν την ζωή, αγνίζουν τον λόγο, αγνίζουν ακόμα και την κάθε έκφρασι του ανθρώπου.

Να γονατίζουμε και να προσευχώμεθα με πολλή ταπείνωσι. Σε κάθε μετανοημένη ψυχή δίδεται λόγος, της δίδεται φωτισμένη προσευχή. Αυτό το βλέπουμε στην πόρνη του Ευαγγελίου κατά την Μεγάλη Τρίτη. Που ήξερε αυτή, μια γυναίκα του δρόμου να κάνη προσευχή; Αφ' ης στιγμής όμως απεφάσισε να μετανοήση και άρχισε να κλίνη προς το φως και προς την αλήθεια, της δόθηκε πνεύμα προσευχής. 

Πόσο ωραία είναι τα λόγια της μπροστά στον Σωτήρα! Γονάτισε μπροστά Του και ασφαλώς έκανε έναν εσωτερικό διάλογο μαζί Του! Εξέφρασε με όλη την καρδιά της την μετάνοιά της, διότι της απεκαλύφθη ότι Αυτός είναι ο μόνος Σωτήρας της και όλοι οι άλλοι την εξηπάτησαν. Είδε ότι μόνον ο Ιησούς, ο Χριστός, είναι Αυτός που θα της δώση το φώς, την ανακούφισι, την χαρά και την άφεσι των πολλών της εγκλημάτων.
«Δέξαι με -είπε- την αμαρτωλή, δέξαι μου το πέλαγος της αμαρτίας!». Και είδατε ότι τα δάκρυά της ήταν τόσα πολλά, που έβρεξαν τα άχραντα πόδια του Χριστού και αναγκάσθηκε να τα σκουπίση με την πλούσια κόμη της. Δεν χρειαζόταν άλλο μύρο για τον Χριστό μας. Το πολυτιμότερο μύρο ήταν τα δάκρυά της, που άξιζαν μεγάλο πλούτο.

Ήταν σε θέσι να εξαλείψουν όλο το χρέος που είχε απέναντι στον Θεό. Και ενώ ήταν καταβουρκωμένη, καταπνιγμένη στη βρωμιά και στη δυσωδία, τα πολύτιμα εκείνα δάκρυα την βοήθησαν να λαμπρύνη το ένδυμα της ψυχής της και να γίνη αποδεκτή από τον Σωτήρα μας. Εμείς, άραγε, πότε θα λαμπρύνουμε το ένδυμα της ψυχής μας; 

Έτσι και κάθε αμαρτωλή ψυχή που κλαίει, που βρέχει νοερώς τα πόδια του Χριστού μας, δέχεται την αυτήν ανταπόκρισιν, την οποία δέχθηκε και η πόρνη γυναίκα. Δεν είναι μόνον το ότι σώθηκε, αλλά και έγινε φωτεινό παράδειγμα για κάθε ψυχή παραστρατημένη, γιατί της δείχνει τον τρόπο, τον δρόμο και το φως για επιστροφή. 

Αν μπορούσε κανείς να εμβαθύνη στην ψυχή αυτής της γυναίκας, καθ' ην στιγμήν ωλοφύρετο και έκλαιγε και έβρεχε τους αχράντους πόδας του Ιησού, θα έβλεπε οποία η ανακούφισις, οποίον βάρος της έφυγε και οποίαν ανάπαυσιν έλαβε η συνείδησίς της. Ο Χριστός γι' αυτά τα δάκρυά της της έδωσε πλήρη την άφεσι όλων των αμαρτιών της. 

Έτσι και σε κάθε άνθρωπο, που επιστρέφει κοντά Του, του δίνει πλούσια την συγγνώμη, αρκεί να μετανοήση ειλικρινά. Ουδέν πρόβλημα μετά την μετάνοια. «Ου θελήσει θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού, ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν», λέγει ο Κύριος. Ορκίζεται στον εαυτόν Του ο Θεός και λέγει: «δεν θέλω κανένας άνθρωπος, καμμία ψυχή να χαθή και να κολασθή, αλλά θα την περιμένω. Θα εξαντλήσω κάθε περιθώριο χρόνου και κάθε προσμονή για την επιστροφή της». 

Ας ακολουθήσουμε τον φωτεινό δρόμο της μετανοίας· εάν μετανοήσουμε ειλικρινά, τότε ο Θεός δέχεται την μετάνοιά μας και δημιουργεί νέα σχέσι μαζί μας. Πολλές φορές ο άνθρωπος από το βάρος της αμαρτίας, έρχεται στο σημείο να λέγη: «Μά, δύναται ο Θεός να μου συγχωρέση αυτά που έκανα;». Από τη μια πλευρά έχει δίκηο. Νοιώθει το βάρος κι αναρωτιέται, αν τόσο βάρος μπορεί να το σηκώση ο Θεός! 

Για όνομα του Θεού! Δεν μπορεί ο Θεός, ο Χριστός, το πέλαγος της ευσπλαχνίας και των οικτιρμών, να σηκώση το βάρος μιας ψυχής αμαρτωλής; Μια χούφτα άμμος όταν ριφθή, μέσα στους ωκεανούς, έχει καμμία υπόστασι; Καμμία υπόστασι, χάνεται. Φαίνεται τίποτε στην επιφάνεια; Μηδαμώς. Ακριβώς έτσι είναι και όλα τα αμαρτήματα της ανθρωπότητος. Είναι ενα μηδέν εμπρός στην άβυσσο της ευσπλαχνίας του Θεού. Πολλώ μάλλον τα αμαρτήματα μιας και μόνον ψυχής! 

Έρχεται όμως από τα δεξιά, ο αλλότριος της σωτηρίας του ανθρώπου, ο δαίμων και συμβουλεύει την ψυχή: «δεν συγχωρείσαι με τίποτε!» την σπρώχνει, την πιέζει και την «πρεσσάρει» για να την εξωθήση στο έγκλημα της αυτοκτονίας. Γι' αυτόν τον λόγο, ημείς ποτέ να μη πιστέψωμε κάτι τέτοιο, ακόμη και αν κάθε ημέρα εγκληματούμε. Ποτέ να μη χάσουμε την ελπίδα, όσα κι αν πράττουμε, όσο κι αν πίπτουμε, όσο κι αν τραυματιζώμεθα και χτυπάμε· μηδαμώς απελπισία και απόγνωσις. Μα, θα πη ο λογισμός: «Έως πότε θα με περιμένη ο Θεός;» Εφ' όσον ο Θεός σου χαρίζει ζωή, αυτό είναι μία έγγύησις του Θεού ότι σε περιμένει. Δεν μπορείς εσύ να αποκλείσης το δικαίωμα της προσμονής του Θεού. Μ' αυτήν την ελπίδα, μ' αυτό το θάρρος να προσερχώμεθα στον Θρόνο της Χάριτος του Θεού. 

Έχουμε αναρίθμητα φωτεινά παραδείγματα μετανοίας ανθρώπων, μακράν του Θεού ευρισκομένων, οι οποίοι επέστρεψαν και όχι απλώς σώθηκαν, αλλά άγγιξαν μεγάλα μέτρα αγιότητος.

 
Η Οσία Μαρία η Αιγύπτια τι ήτο; Πόσοι και πόσες σαν την Οσία Μαρία, δεν υπήρξαν αμαρτωλοί άνθρωποι, που έγιναν άγιοι κατόπιν! Γι' αυτό κανείς να μην απελπίζεται, αλλά να προσέρχεται με μετάνοια στον πνευματικό, που δύναται με τον λόγο του να οικειώση τον αμαρτωλό μετά του Θεού, να τον δικαιώσει αυτοστιγμεί. «Όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα και εν τω ουρανώ. Η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος έχει σε συγκεχωρημένον και λελυμένον και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι». Αυτομάτως το «κομπιούτερ» του Θεού χτυπάει μηδέν αμάρτημα και συγχρόνως ανοίγεται η πύλη της Βασιλείας των Ουρανών. ο νυμφώνας του Χριστού δέχεται τον άνθρωπο, τον προηγουμένως μη έχοντα «λελαμπρυσμένον» τον χιτώνα της ψυχής.

Γι' αυτήν την μεγάλη ευσπλαχνία του Θεού, ας τον ευχαριστήσουμε, ας τον προσκυνήσουμε με όλη την ευγνωμοσύνη της ψυχής μας. Εάν ο Θεός δεν ήτο τόσον απείρως εύσπλαχνος, ουδείς ο σωζόμενος. Κανείς δεν θα εσώζετο, διότι ουδείς ευρίσκεται και υπήρξεν επί της γης άμεμπτος και χωρίς σφάλμα και κηλίδα. Ουδείς ημπορεί να καυχηθή ότι ετήρησε την καρδίαν του άμεμπτη και καθαρή. Η ευσπλαχνία του Θεού όμως είναι τόσο δραστική, το φάρμακο αυτό είναι τόσο φοβερό και τρομερό, που εξαλείφει τα πάντα. Κάνει τρομερές επεμβάσεις, απίθανες εγχειρήσεις και σώζει τον άνθρωπο από βέβαιο ψυχικό θάνατο.

Εδώ βλέπουμε ψυχές, που έφυγαν από την ζωή αμετανόητες και «θεία επεμβάσει και θεία προνοία» δια πρεσβειών αγίων ανθρώπων, επεστράφησαν πίσω και έλαβαν την συγγνώμη. «Μετά θάνατον ουκ εστί μετάνοια» από την ίδια την κολασμένη ψυχή. Για να μετανοήση η ίδια, πρέπει να επιστρέψη στην ζωή. Ακόμη και τέτοια θαύματα έκανε η πρόνοια του Θεού, για να σώση τον άνθρωπο.

Ο νυμφώνας «ηνέωκται» [=άνοιξε], ο Χριστός μας περιμένει· δεν πρέπει να βραδύνουμε. Το στάδιον της νηστείας και της καθάρσεως το βαδίζουμε τώρα, το λουτρό της μετανοίας μας περιμένει. Ας αξιοποιήσουμε τον χρόνο τώρα, που όλα συμβάλλουν στην μετάνοια. Τα λόγια της Εκκλησίας είναι όλα κατανυκτικά, αρκεί να προσέξουμε την έννοιά των. Ας γονατίζουμε κάθε μέρα, κάθε νύχτα και ας επικαλούμεθα πνεύμα κατανύξεως και δακρύων να μας χαρίζη ο Θεός.

Κι όταν αγγίξη ο Θεός τα μάτια μας, να τον ευχαριστήσουμε, να ταπεινωθούμε και να Του εκφράσουμε την αδυναμία μας, κι ότι με την ευσπλαχνία Του και μόνον μετανοούμε και όχι ότι είμεθα ικανοί και άξιοι για μετάνοια. Και το ότι πιστεύουμε στον Θεό και το ότι αναγνωρίζουμε την αμαρτωλότητά μας είναι Χάρις Θεού, είναι ευσπλαχνία. Έάν η Χάρις δεν επισκιάση, ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Εάν σκεπτώμεθα επιστροφή, εάν μετανοούμε, εάν αλλάζουμε, αυτό είναι Χάρις Θεού. Για να έλθη η Χάρις του Θεού, είμεθα δεκτοί από την Χάρι.

Ας μετανοήσουμε όσο είναι στην διάθεσί μας ο χρόνος, όσο έχουμε τον καιρό μπροστά μας. Ο Θεός είναι τόσο καλός, ο Ουράνιος Πατέρας έχει τέτοια καρδιά που όλοι χωράμε μέσα Του, αρκεί να προσέλθουμε εν μετανοία και εξομολογήσει. Ιδιαίτερα τώρα να προσερχώμεθα στις Προηγιασμένες Λειτουργίες, διότι είναι γεμάτες κατάνυξι και χάρι. Τι ωραίο το Χερουβικό της Προηγιασμένης Λειτουργίας! Μά, κι εκείνο το Χερουβικό του Μεγάλου Σαββάτου, τι δογματική και θεολογία περιέχει!

Ας βιάσουμε τους εαυτούς μας, για να βρεθούμε γρηγορούντες και νήφοντες και να καταπολεμήσουμε την αμέλεια και τη ραθυμία, γιατί αυτά εμποδίζουν τα αγαθά του Θεού προς τον άνθρωπο. Έρχεται ο δαίμων και μας φέρνει κόπωσι, κομάρες και μας ψιθυρίζει: «μη κάνης τις μετάνοιες, μη σηκώνεσαι τώρα για προσευχή, είσαι κουρασμένος, κοιμήσου λίγο παραπάνω, θα πας για δουλειά και τόσα άλλα». Ας μη τον ακούσουμε, ας βιασθούμε, διότι δεν ξέρουμε μετά από λίγες στιγμές τι μπορεί να συμβή. «Όπου εύρω σε, εκεί και κρινώ σε». Αν μας βρη επάνω στη βία, θα μας κατάταξη μετά των βιαστών. Αν μας βρη στην αμέλεια και στη ραθυμία, θα μας κατατάξη μετά των ραθύμων και των αποτυχημένων.

Να βοηθήσουμε και τους συνανθρώπους μας· να τους μιλήσουμε για τον Θεό, για την αγάπη του Ουρανίου Πατρός· να τους δώσουμε θάρρος κι ελπίδα. Μία ψυχή να βοηθήσουμε, είναι η μεγαλυτέρα ελεημοσύνη. Όπως κι εμάς μας βοήθησαν άλλοι άνθρωποι, οφείλουμε κι εμείς να κάνουμε το ίδιο.

Ας βιασθούμε λοιπόν σε όλα, για να εισέλθουμε στον νυμφώνα του Χριστού· διότι «των βιαστών είναι η Βασιλεία των Ουρανών». Αμήν.

πηγή: γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου "Η τέχνη της σωτηρίας", 
εκδ. Ιεράς Μονής Φιλοθέου, Άγιον Όρος, 2005.